Άτιτλο Ζεϊμπέκικο Στο Ωκεανό
Του Χρήστου
Νιάρου ( Μελβούρνη )
Ο
χρόνος κάτω απο τις ομπρέλες
της παραλίας και τα κοχύλια
της άμμου, μάζεψε πολλές
χειμωνιές και αποστάσεις.
Καταφέρνει όμως να φιλτράρει
σιωπές,ματιές,ανάσες,βηματισμούς
και φωνές απο τα
γλαροπούλια,τις πλατείες και
τα μπαλκόνια και τις
σερβίρει απλόχερα ειδικά
οταν αρχίζει και
καλοκαιριάζει. Απλόχερα ο
ήλιος σερβίρεται,σε κερνάει
και σου γνέφει. Η Έξοδος απο
το καναπέ και την οθόνη της
τηλεόρασης, εκτός των τοιχών
και της επανάληψης είναι μια
μεγάλη απόφαση και ανάγκη.
Κοντά στα κύματα βλέπεις την
αγαπημένη σειρά της ζωής σε
πολλές προβολές. Ακόμη και
τις διαφημίςεις τις
μοντάρεις όςη ώρα
επιθυμείς,τις κόβεις, τις
ράβεις στα μέτρα σου. Στις
ματιές και στο έξυπνό τους
λόγο. Έχεις τον έλεγχο να
αλλάζεις και να βλέπεις όσα
κανάλια υπάρχουν και δεν
υπάρχουν. Και καλό σήμα
έχεις. Και ένα από τα βασικά
είναι δωρέαν. Μακριά απο τις
εικόνες, τις
επαναλαμβανόμενες που
γεμίζουν (ή αδειάζουν) το
κενό,μια ενατένιση τοπίου
αποκτάει λειτουργικό
χαρακτήρα. Στην αρχή
παρατηρητής και αργότερα
χορευτής. Μια βράχος,μια
κύμα. Μια θνητός, μια
αθάνατος. Παιδί που μεγάλωσε
και έγινε παιδί.
Αποστασιοποιημένα ερμηνεύεις
διαφορετικά το τραγούδι του
χρόνου, τις συμπτώσεις του
αλλά και τους τόνους του. Τα
λόγια, οι πράξεις, οι
κινήσεις,οι γεύσεις κοντά
στα κύματα και την μελωδία
τους,ξεφυλλίζουν αλλιώς τα
βιβλία των κυμάτων. Ολες οι
νότες έχουν τον ιδρώτα τους,
το χρώμα τους και τριγυρνάνε
πάνω σου. Και απλώνουν τα
χέρια τους .Μια πάνω, μια
κάτω, ένα λιγότερο,ένα
περισσότερο,άγγιγμα,δεν θα
αλοιώςει την εικόνα του
αυθόρμητου,ούτε μιας
επαναληψής της.Από κοντά,
απο πολυ κοντινά,τα
αναπνεέεις αλλιώς όλα αυτά.
Mια
στιγμή υπόστασης ξεκουράζει
και σχεδιάζει αλλιώς τα
αποτύπωματα του χρόνου, που
βιάστηκες, που δεν είδες,
που δεν εξήγησες. Βλέπεις
και θωρείς τα μπουμπούκια
των ρόδων να μην
αντιστέκονται στην επέλαση
της εποχής που αρχίζει το
χορό της και ανανεώνεσαι.
Παίρνεις τα πάνω σου με κάθε
κόκκο άμμου που πατάς και σε
φιλοξενεί. Η επιδρομή, η
κυριαρχία, η παρουσία των
κυμάτων του ωκεανού
ξεφυλλίζει αλλιώς,τις
μελωδιες και την παρέα των
στιγμών, όταν είςαι παρών.
Σε χρόνο αυθόρμητο,ακαριαίο,
γίνεσαι σκηνοθέτης,ηθοποιός
και κομπάρσος, σε ένα έργο,
που το γράφεις εσύ, αλλά και
δεν είναι μόνο για σένα.
Ξεκουράζονται οι στιγμές, οι
σιωπές και σιγανά και
ταπεινά,πόρτες και
παραθυρόφυλλα, με του αέρα
τα αντικλείδια σου δείχνουν
το δρόμο. Μέχρι που η νυχτιά
να φτερουγίζει αντάμα με τα
ηλιοβασιλέματα κάθε
δευτερόλεπτο
μετράει.Γράμματα,προτάσεις
,σε μπουκάλι, χωρίς
παραλήπτη και αποστολέα στο
βάθος του ωκεανού (που να
ταξιδεύουν, που να
χορεύουν,αναρωτιέσαι και
αυτά) θα κουβαλούν το δικό
τους εισητήριο. Πάνω στο
καταστρωμα των κυμάτων όλα
λικνίζονται. Αλλά και οι
βουτιές ενατένισης στό
εντός,στο τι,και στο πως και
στο γιατί, επιςτρέφουν
λυτρωτικά δίπλα σου. Χωρίς
να κουράζονται συνεχίζουν .
Σου μαθαίνουν τα λόγια και
το σενάριο αλλιώς.
Καταφέρνουν με μαεστρία να
χτίζουν γέφυρες και
γειτονιές και κουβέντες με
την αλλη σου πλευρά. Την
κουρασμένη, την μονότονη,
την συνηθισμένη, την
ξεχασμένη. Φτου και από την
αρχή φέρνεις τους στίχους
στα χείλη σου. Μια γραμμή
τους είναι ικανή να αλλάξει
την ραστώνη και τις στροφές
σου. Γράφεις στην άμμο,
γράφεις στο κύμα και
λύνοντας πανιά
ξανάμπαρκάρουν οι σκέψεις
σου. Και ξανά, και ξανά
χωρίς
παρενθέσεις,μονολογείς.Που
να ταξιδεύουν άραγε και
αυτές οι παρενθέσεις . Μήπως
χρειάζονται αποστολέα και
παραλήπτη. «μήπως τα
αεροπλάνα και τα βαπόρια να
τις πήραν μακριά, και δεν
λένε άλλες κουβέντες
πια...». Χωρίς
παρενθέσεις,αναρωτιέσαι.....
Με τα μάτια ανοιχτά
κοιτώντας το άπειρο,το
άπιαστο που σε φωτογραφίζει.
Γιατί «ξέρει το όνομά σου,
την εικόνα σου». Και πάλι
από το τέλος,φτιάχνεις την
αρχή του κύκλου σου. Τι
ειναι κέντρο, τι ειναι
ακτίνα, δεν προσδιορίζεται
επακριβώς, σε αυτό το άτιτλο
ζεϊμπέκικο. Άλλωστε τα
κοχύλια στις τσέπες της
επιςτοφής δεν σε βαραίνουν.
Με τα πέταλα από τα τριάντα
φύλλα και τα γιασεμιά
καταφέρνουν να συνεννοηθούν
θαυμάσια..Εχουν αυτή την
δεινή δυνατότητα,να
αποκωδικοποιούν πολύ γρήγορα
και χωρίς περιστροφές το τι
σκέφτεται η άλλη πλευρά τους
αλλά και ποιό θάναι το
επόμενο τους βήμα. Ο χορός
καλά κρατεί,και κάθε εικόνα
εναλλάσσεται, κύμα το κύμα,
σκέψη τη σκέψη. Είτε με
βηματισμό σκέψεων
χελώνας,ειτε με ταχύτητα
στιγμιαίου φωτός, κάθε τι,
συμπληρώνει την κάθε αίσθηση
και τα κενά της.Με παρέα ή
κατά μόνας, ολοι ταξιδεύουν
στα κύματα. Ακόμη και οι
κουρτίνες στα μπαλκόνια, με
το αεράκι και τους
ψιθυρισμους, άκουσε αρκετά,
από μόνιμους και περαστικούς
κατοίκους. Με τα κύματα της
αλμύρας θα πει όμως τα
σημαντικότερα.
Φωτογραφίζοντας τα
σκαλοπάτια του χρόνου,
στιγμιαία και
εξακολουθητικά, χορεύεις και
χωρίς παλαμάκια, επιστρέφεις
στο ταψί της επόμενης μέρας.
Και στο ελάχιστο που χόρεψε
δίπλα σου,στάθηκες στα πόδια
σου. Και κυρίως,που η ψυχή
σου πήρε ρεύμα. Κύμα κυρίως.
( κλείνει η αυλαία. Σβήνει η
οθόνη ). Του Χρήστου Νιάρου
( Μελβούρνη ). « Σημείωση.
Στα μισά του κειμένου, η
φωνή της σωτηρίας Μπέλου, σε
στίχουςκαι μελωδίες των
Διονύση Σαββόπουλου,Δήμου
Μούτση καί Κώστα Τριπολίτη,
ειναι ενα γράμμα διαρκείας.
Αναγκαία υπενθυμιση του
γράφοντος, και σε τραγούδια,
που δεν χωράνε σε
παρενθέσεις,αλλά με την
διαδρομή τους γίνονται
σημαδούρες και στό σήμερα
στην παιδείας και στην ζωής
μας»
|