Δελτίο Ανατολής
Του
Χρήστου Νιάρου .
Κίτρινα και κόκκινα τα μαντήλια του ήλιου με
χαιρετούν ,μου τραγουδούν . Ένας υπέροχος θερμός
χαιρετισμός ξετυλίγουν και οι ανταύγειες ,οι
αναρριχήσεις ,οι αλληγορίες τους και από την εξ
επαφή μας συμπόρευση χαρτογραφούν αναχωρήσεις
και επιστροφές του μυαλού και της ψυχής σε ένα
άλλο κόσμο . Χωρίς καμμία υπερβολή αντικρίζω το
φώς ,βλέπω το φώς στην πιό καλή του στιγμή ως
προσομοιώση συμφραζόμενων ,λέξεων και σιωπών και
ως καθρέφτης εποπτεύω το παιγνίδι του ,συμμετέχω
και συμπάσχω στο παιγνίδι του . Τα
αποδημητικά πουλιά της νοσταλγίας ,της όποιας
μορφής ,αρχίζουν τα τιτιβίζουν .
Καθηλωμένη
και η σιωπή του πάνω ορόφου της πολυκατοικίας
βγαίνει στο μπαλκόνι της . Οι κουρτίνες των
ματιών ανοίγουν και τα δωμάτια και οι γωνίες του
κάθε σπιτιού περιμένουν τι άλλο θα ακούσουν από
την παρουσία του . Η βρόχο σταγόνες κάνανε το
έργο τους επισκιάσαν και μουσκέψανε τόσα και
τόσα μερόνυχτα . Μα τώρα το δελτίο καιρού έχει
μια άλλη υγρασία ,μια άλλη θαλπωρή στις
θερμοκρασίες και στο ταξίδι του .
Ένα
εισητήριο δωρέαν προσφέρει σε κάθε
ταξιδιώτη ,κάτοικο ,περιεγητή ,μάχιμο και μη της
πόλης και της φαντασίας ,για να δεί τα πράγματα
και τα θάματα της ζωής ,κουβέντα να πιάσει
,χάδια στη πλάτη και στο πρόσωπο να δώσει ,σε
ένα κάπου αλλιώς να σε πάει .
Συστέλλεται διαστέλλεται ο χρόνος σου όταν στο
φως που αντικρύζεις στο ξημέρωμα δεν σε
τυφλώνει και σαν κανένας και καμμία γίνεσαι
κομμάτι του παντός του . Καθρεφτισμοί πολύτιμοι
στο εγκώμιο της επέλασης του ,πόθοι καλοκαιρινοί
ίσως ,σκιρτήματα και διάλειμα στο χειμώνα ίσως
μα όπως και το ορίσεις το άπιαστο και άπειρο φώς
,όπου και το πιάσεις και το φέρεις στα μέτρα σου
,ξεφεύγει . Στην διανομή φωτός έστω και με
δελτίο αφού είναι πολύ αναγκαίο
τρόφιμο,φυτό,χρώμα πέρνω σειρά .
Κάνω
επιμονή ,φτιάχνω επιμονή να δώ την πανδαισία του
,να απολαύσω την παράσταση του που σίγουρα μετά
από τις τόσες βροχές - παντός τύπου πίκρες και
παράπονα - στην στέγη και στους δρόμους της ζωής
είχαν γίνει επωδός και μόνιμη . Μα το φώς
λυτρώνει ,αλλάζει τις σταγόνες και τις ροές των
σκέψεων .
Με
πολύ θυελλώδη τρόπο,ο ήλιος του πρωινού ετούτου
μετά από τις βροχές με συνέπαιρνε και με
οδηγούσε εκεί που δεν μπορούσα να προβάλω την
όποια μου αντίσταση . Σε ένα εκεί που και ο
χρόνος της μνήμης μου σαν αδάμαστο άτι
,αξημέρωτο κυριολεκτικά άλλαζε την διάθεσή της
πρός το καλύτερο λές και ήτανε η πιό μεγάλη μου
αλήθεια .
|Τα χαμηλά βαρομετρικά
της σιωπηλής μου νύχτας όνειρα ,τα ανύψωσε ,τα
μπάρκαρε με τόση θαλπωρή στο ουρανό και με
μαεστρία απίθανη όλα τα όργανα του σώματός μου
ξέρανε και την μελωδία του με ένα και μόνο
άγγιγμα του . Καμία μα καμία
αντίσταση δεν του πρόβαλα ,καμία διαμαρτυρία και
σε όλους του τους ρυθμούς ,στο κάθε του τόνο
χόρευα .
Ακόμη
και αν επιφωνήματα και επευφημίες δεν βγαίνανε
από το στόμα και όλους τους πόρους του σώματός
ένιωθα ό,τι κάτι άλλαζε τούτη την ώρα της πιό
άμεσης επαφής . Τίποτε δεν μας χώριζε
χιλιομετρικά ,τίποτε δεν ήτανε μακρινό και
άπιαστο .
Δεν
ήμουν και έρμαιο των διαθέσεών του αφού το φώς
αυτό λυτρωτικό και ιδρωμένο ,πέρασε μέσα
από τους δρόμους και τους πόρους της νυχτιάς
,σαν σώμα και ψυχή και από τις τόσες εναλλαγές
οιμωγής της αλώβητο όμως από τις τόσες σκιές της
που καθώς φαίνεται δεν τον αγγίξανε και να
μπροστά μου ανοίγεται και ανοίγει την μέρα μου
ως παράσταση και πρόκληση .
Η
Ανατολή ,το λιγοστό φώς στην αρχή ,το άπλετο
στην συνέχεια των ωρών ξεδιπλώνεται ,απλώνεται
,φυτρώνει στους κήπους των ματιών μου με το χώμα
των ονείρων ,με το νερό των λέξεων . Χάρμα
οφθαλμών ,χάρμα σιωπής ,λίγο πρίν η πόλη
ξυπνήσει καλά καλά και αρχίζει την μουρμούρα και
την καθημερινή συνήθεια των ωραρίων .
Το
πέπλο της νυχτιάς σιωπηλά αποχωρεί ,εμφιλοχωρεί
με σκέψεις και λογισμούς ήλιο κεντημένους .
Το
κεντρί της ημέρας που ενώ βουίζει να βρεί το
θέλω μου και αναπτερόνται όλα τα παραληπόμενα
της νύχτας χρώματα καταφέρνει να με ρουφάει στο
κύκλο του χορού του . Είναι το βουητό των
χρωμάτων που με σηκώνει στο πιό ψηλό
παρατηρητήριο αν και περπατώ την μέρα .
Η πιό
μεγάλη συνταγή ζωής ,η πιό καλή και δόκιμη και
λειτουργική ,και μάλιστα δωρέαν η επαφή με το
φώς . Ετσι νομίζω ,έτσι λειτουργώ και αφήνομαι
στο χάδι που λαμπυρίζει και στραφταλίζει στο
θαλασσινό κύμα , την άμμο των αρνητικών σκέψεων
την ασφαλτοστρώνει ,τους τοίχους και τα
μπαλκόνια των κατοικιών τους φέρνει πιό κοντά
από ποτέ .
Η
Ανατολή τα κάνει όλα αυτά και όσο και αν σύντομη
και νάναι αυτή μας η συνομιλία ,η σιωπηλή ,η
ερωτική μας μέθεξη ,η ακαριαία αυθορμησιά μας
,αφού συναντιόμαστε και ανταλλάσουμε κάθε πρωινό
ένα μήνυμα ,μια λέξη ,μια ματιά σημαίνει ό,τι
βαδίζουμε και ονειρευόμαστε σε καλό δρόμο .
Παιγνίδια του μυαλού και τις φαντασίας κάτω από
αυτό το φώς που συνεχώς τα ανανεώνει και
δεν υπάρχει ουσιαστικά τέλος είναι ένας ψίθυρος
που έχει και νόημα και αποδέχτηκε .
Δεν
είναι ούτε το κυνηγητό ,ούτε το κρυφτό μας
κομμάτι παιγνιδιού για το θεαθείναι της
φαντασίας και ένα ακόμη μας κρυσφήγετο .
Ό,τι
λάμπει ,λάμπει και σε αυτό συνδράμουν τα
χρυσά λαμπιόνια των αχτίνων του ηλίου που
κρέμονται από τα χείλη των ανθρώπων ,που λιώνουν
παράπονα και στεναγμούς και αρχίζουν να τα
ταξιδευουν στις μικρές και μεγάλες φλόγες τους
και σε άλλο απέναντι της πορείας να τα βγάζουν
,τότε αλλάζει και ο καιρός πως βλέπεις την ζωή
και τις εναλλαγές της .
Πλυμένα σεντόνια ,ανανεωμένα με μυρουδιές φωτός
στην κρεμάστρα στεγνώνουν και σε ένα
γρανζούνιζμα του σαν αεράκι από τις φυλλωσιές
των τριαντάφύλλων ενώ περνάει η πνοή
του αφήνει το αποτύπωμά και την μελωδία
του πάνω τους .
Ανοίγει και η μέρα σαν βεντάλια καλοκαιριού αλλά
και σαν λουλούδι που μάζεψε την νύχτα . Ό,τι
έκλεισε η νύχτα με την πόρτα της ,την μιλιά της
,την αναπνοή της , τα πόδια της , έρχεται η μέρα
να τα ξεκλειδώσει και να τους δώσει την άλλη
πλευρά της υπόστασής τους.
Ό,τι
διανυκτερεύει ,διημερεύσει αέναα και κυκλικά και
γραμμικά και ο χρόνος τους που
σε πίνει και πίνεται , κομμάτια του που σε
ντύνουν με τα πρώτα λόγια νήματα και νοήματα
,στην επέλαση φωτός αφήνονται να τα ξανα
ανακαλύψεις σε ένα άλλο πέπλο και διάσταση . Και
οι βράχοι αρχίζουν και μιλούν στα κύματα,
ξεθαρευούν και ταξιδευούν στα ανοιχτά νερά της
κάθε λύπης του ωκεανού ,και κάθε η γουλιά του
καφέ πολύτιμο και αναγκαίο αποκούμπι ανάγκης
γίνεται ταξίδι προς το φως που ξημερώνει ,που
ίπταται ,που σε περνάει από το εκεί που πήγες
στο δελτίο της καθημερινότητας. Κάτι σαν
μεταίχμιο και μεθόριο, μετερίζι και μέθεξη
και χωρίς πολλά λόγια οι στιγμές αυτές
ξετυλίγονται . Νωχελικά ανυπεράσπιστα περνάω στο
μετόχι ,στην κάμαρη και στα παραθύρια που οι
ηλιαχτίδες αλλάξανε το τρόπο που βλέπουνε την
μέρα .
Σαν
πρόλογος και σαν επίλογος καλών ειδήσεων ,στο
παιγνίδι της γνώσης και μη γνώσης αλλά στο
μεταξύ και στο δίπλα μας κοινό τόπο και χρόνο
εξακτινώνομαι . Είναι η στιγμή του
αυτονόητου που διεγείρει τις αισθήσεις ,είναι το
άλλο τους φώς που ξεδιπλώνεται . Είναι τα υψηλά
βαρομετρικά του χαμόγελου και του καλού λόγου
της ευδοκίμησης της ακαριαίας αυτής μας επαφής
και σαν μορφή συμφιλίωσης σταθμίσει ζυγιάζει τα
πεπραγμένα κάθε λογής και χρόνου μου
εικόνες και φωνές κάτω,εντός ,δίπλα ,κάθετα και
παράλληλα στου φωτός το κύμα,όλα τα σημαινόμενα
τους γίνονται ένα αλλιώς .
|