Οι νύχτες της Μελβούρνης κάποιες
φορές στο χρόνο μου ...
.(αφήγημα μονολόγων και φωτός
του γράφοντος )
Του Χρήστου Νιάρου
Μελβούρνη 2023.
Οι νύχτες της Μελβούρνης χωρίς σημεία
στίξης στα ονειρά τους
,με
πολλά
κόμματα
και παρενθέσεις αποδημίας στο σάλιο τους
αλλά και από κουβέντας παραλειπόμενα
σινιάλα
αιωρούνται
,υπάρχουν και με χαιρετούν μια
στον
αέρα μου μια και στα σύντομα βεγγαλικά
στον ουρανό . Αλλά
και
από φανάρια και τους τοίχους της
επόμενης ,της πιό κάτω και πιό παραπέρα
στροφής των λέξεων τους ,οι διαδρομές
τους με τις μοναξιές των μη ειπωμένων
και των μη ληγμένων μου σιωπών ενώ σκάνε
από το πουθενά του χρόνου τους
με
ξαναβρίσκουν και μου μονολογούν και λένε
για τραύματα ,για φυγές ,για νίκες και
συγκρίσεις από όπου και αν διαβήκανε ,τα
βήματα ,τα ταξίδια και τα όνειρά τους .
Νύχτες με νύχτες σύντομων μονόλογων
,έχουν ναι μεν εχουν το ρόλο τους σε ένα
έργο που δεν τελείωσε και ενώ
συντελούνται διεργασίες πολλαπλής ολκής
στο γήπεδο και στο χειροκρότημα της
στιγμής , όταν και οι λέξεις τους
έρχονται από το πουθενά και το πάντα του
σκοταδιού τους ,με ή χωρίς ερωτηματικά
στα χείλη και στους τόνους τους
,ζυμώνουν ,μαγειρεύουν συνταγές στιγμών
μου και με το τώρα
τι
γίνεται και πάει ο ειρμός ,τα νήματα και
τα χρώματά με
τα δευτερόλεπτα και τις ημερομηνίες του
χρόνου του χτές και του αύριο μου
στήνουν παράσταση . Για τα φις και τσιπς
της παρασκευης μου λένε ,για την πληρωμή
του δεκαπενθημέρου μου λένε ,για τους
γνωστούς και τα της εφημερίδας που
ξεφυλίσανε ,για μοναξιές ,για σκιές
,άστεγους που κοιμούνται στους σταθμούς
και στις γέφυρες τρένων ,για τα δέντρα
που είναι στα πεζοδρόμια και στους
μεγάλους δρόμους ,για τους εικονικούς
φίλους του Διαδικτύου και των πολλών
κλαμπ ,για όλους και όλες που
τέλος
πάντων που δεν κοιμούνται τέτοια ώρα.
Οι νύχτες της Μελβούρνης χάρτης
και τελικός σταθμός της ζήσης ,ενώ
αρμενίζουν στην ωκεάνεια δίνη των
κυμάτων των πόθων και των ποθητών τους
σημείων
,
που είναι γύρω γύρω της
και
σαν γαϊτανάκι πολλών φωνηέντων και με
τις διαφορετικές αλφαβήτες φυλές και
χνώτα ανοίγουν την κουβέντα - τυπικά
,αθώα ,γιατί πρέπει - με τις μυρουδιές
,τους
λόγους
φυγής τους συνυπάρχουν . Μα και όταν ο
καθείς και το καθετί αφού τα ζεί
όλα
αυτά στο λίγο της επαφής και όταν
πηγαίνει στο σπιτάκι του για την
παράταση και την δικιά του παράσταση ,
οι νύχτες αυτές ενώ κάτι τον μάθανε
,κάπου τον περπατήσανε και για κάποιο
λόγο τον φέρανε σε αυτή την θέση αρχίζει
την ιστορία να την ξετυλίγει με τον
τρόπο του αλλά και να την φέρνει στα
μέτρα και στα όρια του.
Στην άνω και κάτω τελεία τους σαν
περίγραμμα και σαν περίληψη των
συμφραζόμενων θεματικών και νοημάτων
νήματα τους , που ενώ θα ψάχνουν
παραλήπτη κάπου για να κρατηθούν τα
μάτια και οι οξείες και οι δασείες
διαδρομές ,τους εκεί ακριβώς σε αυτο που
πάει να χαθεί - στην χοάνη της πόλης
φεριπείν ,στα φώτα της απέναντι
κατοικίας φεριπείν - ανοίγουν και μια
συνομιλία μονολόγων και με τα επιρρήματα
και τις αντωνυμίες του χρόνου
αναμετριούνται . Ο καθείς ,η καθεμιά θα
λέει τις ιστορίες και τους μύθους από
τις νύχτες που πέρασε και μέχρι που
να
το ξημερώσει θάναι δικιά του η ευθύνη .
Και αν η νύχτα γίνει δικιά του ,θάναι η
ευτυχία του ; Όλα αιθεροβατούν αλλά και
ρίχνουν θεμέλια . Νύχτες και νύχτες
πλανόδιες ,αμακιγιάριστες ,
Μια στο εγώ ,μια στο εσύ του χρόνου
αυτού κυρίως ,τροχιοδρομούνται στις
ράγες και στις ρωγμές του και τα
ουσιαστικά και τα αφηρημένα επίθετα των
συναντήσεων . Χωρίς δισταγμό ,ωμά και
καταλυτικά σημεία και σινιάλα του
ταξιδιών αυτών παίρνουν σάρκα και οστά
και
σε μια δεύτερή τους παράσταση που
μοιάζει με ζωή που ξεδιπλώνεται ,χωρίς
περικοπές και φίλτρα με το καθετί το
περαστικό και το χθεσινό να έχει την
αξία και την σημασία του που του
αναλογεί και του αρμόζει .
Κάπως έτσι και όπως ακριβώς έγινε ή
,γίνανε τα πράγματα και ό,τι έτσι πρέπει
να μείνει
το
κάτι σου στην ιστορία τους ,αρχίζουν τα
παιγνίδια νυχτός με
την
ανάλογη θέρμη δωματίου -όταν κρυώνει η
νύχτα το γκάζι θερμαίνει ,κάποτε ήταν
φθηνό ,τώρα όλα έχουν πάει στον
ουρανό,στα ύψη οι τιμές - και στων λίγων
τετραγωνικών τους τοίχους που σε
κατοικούν τους οι σιωπές στον αέρα
εκπνέουν οξυγόνο από τις Νύχτες Της
Μελβούρνης . Εκεί αρχίζουν οι Μονολόγοι
μου ,με το
Αχ
και το βαχ τους στα κύματα και στα
ταξίδια της καλής ώρας και χωρίς ρολόι
στα χέρια -όλη την ημέρα το χα μαζι μου
,όπως και το κινητό σαν μια συνέχεια μου
- σκηνοθετώ μαζί και χώρια τους ,τις
κάποιες φορές από της Νύχτας της
Μελβούρνης το ημερολόγιο .
Καμμία αλλαγή όμως καμμία ωραιοποίηση
του χτές ,αν και αποδημεί και
αποδομείται όσο και καλά να γίνεται
τέτοιες ώρες , δεν αλλάζει ούτε την ροή
τους ούτε και το τι σου άφησε το κύμα
και η αύρα τους .
Στα εντός εκτός και στα επί αυτά σου
σημεία
,οι
φλέβες ψυχής και σώματος με τις ευθείες
και κυκλικές διαδρομές του χρόνου ,αν
είναι και
υπό
έλεγχο και υπό αποδοχή νυχτός ,κάποια
τους ατέλεια ,κάποια φθορά και απώλεια
,κάποια κορυφαία χαρά θα κάνει την
διαφορά.
Οι νύχτες της μελβουρνης ,δεν
διαφέρουν όμως και πολύ από την κάθε
πόλη που πέρασες ,έζησες και
αφουγράστηκες τον τοίχο και την τύχη σου
άφησες και χάραξες στο χρόνο τους .
Πόλεις με πόλεις με τον χρόνο και το
βίωμά σου ,με τα ανεξίτηλα πιθανόν στο
αέρα και στις εικόνες μοιάζουν .
Ιστορίες ανθρώπων κουβαλούν στις
πλάτες,στις σιωπές των παραθύρων ,στους
κήπους και στα παγκάκια τους . Κάπως
έτσι και οι νύχτες είναι και φαίνονται
μοναδικές ,μοναχικές σαν ένα μονόλογο
διαρκείας που δεν τελείωσε .
Οι νύχτες της Μελβούρνης σαν αποδημητικά
χρόνια με τα χελιδόνια τους
φεύγουν
συνεχώς όταν κρυώνουν οι παρέες και ο
καιρός και αν τα καλοκαίρια σου τα
κουβαλούν
τις πλάτες τους σε παίρνουν και από το
χέρι και οι φτερούγες των ονείρων σου
,τα ακροδάχτυλα που άγγιξες και οι
λέξεις που βγήκαν από το στόμα σου είναι
και θάναι και αυτά κομμάτια της ζωής .
Τα ανεξίτηλα φώτα της νύχτας ,τα
τραβηγμένα κρυμμένα σινιάλα της νύχτας
,αυτά που γλυστρούν και που έχουν θυμό
,αγάπη ,οδύνη και ηδονή στις γωνίες και
στις λάμψεις τους μια μέθεξη και ένα
γρατζούνισμα φέρνουν . Όλα εν κινήσει
υποδόρια ,απτή στην επέλαση της νύχτας.
Οι νύχτες
λοιπόν
της μελβούρνης δεν χαθήκανε στα χρόνια
και στα απάτητα τοπία από το χιόνι της
πίκρας και της μοναχικότητας ,ούτε και
σε ψηλές κορφές βουνών των λέξεων
Ανεβήκανε
οι καπνοί και οι στάχτες από πίκρες και
αναμονές . Και κεί που ενώνουν του
χρόνου
σου
τις διαφορές , ψάχνανε και
καταφύγιο
και από τις βροχές και τις εναλλαγές του
καιρού -που στην ίδια μέρα και νύχτα
αλλάζει χωρίς να πείς κιχ ,σε αυτή εδώ
την πόλη -για να
εχουν
το έλεγχο των λυγμών και των καημών .
Οι
νύχτες ήτανε και είναι το χειρόφρενο από
αυτές τις διαδρομές .
Έχουν βέβαια το ύψος και το
βάθος
τα
καιρικά φαινόμενα που σου φέρνουν οι
νύχτες της Μελβούρνης εντός σου ,αλλά ο
καθείς με το τρόπο του τις μετράει ,τις
ορίζει και αναλόγως πράττει και αφήνει
το αποτύπωμα του πάνω και εντός της .
Σαν
παιγνίδι μνήμης φαίνονται όλα αυτά ,σαν
κρυφτό και κυνηγητό παιδικών απο
γευμάτων
που
ψάχνουν κάποια γνώριμη φωνή να τους
μαζέψει από τους δρόμους και την
γειτονιά γιατί νύχτα έπεσε .
Μα
εδώ στις νύχτες της μελβούρνης μαζεύεσε
,μαζεύεσε ,μαζεύεσε . Μια επάληψη του
ρήματος αυτού στα γραμμένα και άγραφα
τοπία των μονολόγων είναι μια αλήθεια
νυχτός περίγραμμα.
Μπορεί και να γίνεσαι με τα χρόνια ένα
εκτός θέματος τους
σημείο
,μπορεί από κάποιο άλλο λόγο και έργο να
βρέθηκες στο παραλήρημα και στο αφήγημά
της στιγμής αυτής αλλά και όπως και
νάχει οι νύχτες της Μελβούρνης είναι πια
το δεδομένο και το κάδρο που σε
εμπεριέχει και σε ορίζει . Είναι η
φωτογραφία και η μηχανή
ταυτόχρονα
που σε καδράρει το κάθε κλικ και με
τις
ίδιες ασπρόμαυρες στιγμές του χτές και
χωρίς κανένα προαπαιτούμενο λέξεων όχημα
και τοπίο ,στην εκεί πατρίδα τους
γυρίζεις αυθόρμητα .Ολα του χτές περνούν
στις χίλιες και μια νύχτες της
Μελβούρνης και σε ένα άλλο άφηγημα και
παραμύθι τους κάνουν την στροφή τους
,χορεύουν μαζί σου .
Το
απέναντι τους θάναι πάντα εκεί όσο το
τραγουδάς και το αμπελοφιλοσοφείς .
Πρώτο πρόσωπα ,τρίτο πρόσωπα το ακουμπάς
,το ψελλίζεις αλλά και το φέρνεις πιό
κοντά .
Γυροφέρνουν λοιπόν οι ματιές και οι
σιωπές σου σαν οπτασίες ,σκιές
στην
έρημο της πόλης των στων τόσων αγνώστων
και ανωνύμων συμ παροικούντων
,συνυπάρξεων ,συγκατοικήσεων
που
αν είναι και αποτελούν
της
γης αλλά και του ουρανού σου κομμάτι,
ένα
ακόμη συμπέρασμα νυχτός ζητάει το λόγο
και διάλογο ανοίγει .
Και ας μην ακούει κανείς .
Στο δικό σου πλήθος νυχτών ,το
παρόν μοναξίας και κοινωνικότητας
φρόνημα αλλά και στων πολλαπλών τύπων
επαφής
συμπεράσματα
και εγκιβωτισμοί ,εκεί που σε κάποια
στροφή τους ενώ
έρχονται
και στρογγυλό κάθονται ,εκεί ακριβώς ,σε
κάποια λεπτομέρεια του χρόνου σου , στου
Καινούργιου
τους θεαθείναι ,ίπτανται ,αποδομούνται
και φεύγουν .
Απειρες
αξημέρωτες ,ημερωμένες ,άγριες οι νύχτες
παντός τύπου και χαρακτήρα . Στερημένες
,ξενέρωτες ,όμορφες ,ναρκισιστικές
,τυπικές ,χαρούμενες ,μεθυσμένες
,κουρασμένες και με άλλα τόσα επίθετα
δεν χορταίνεις ,δεν τις βάζεις σε
καλούπι .
Τώρα δε που όλα τα αφηγήματα στο
παγκόσμιο χωριό των δικτύων μένουν χωρίς
λόγια ,λόγια φτιάχνεις ,τίτλους και
υπότιτλους βάζεις στις εικόνες και στις
αυτοφωτογραφήσεις καλών στιγμών ή ότι
σου πέφτει στην αντίληψη σου .
Ο ενικός των συγκινήσεων σου από
εικόνες χορταίνει και με λίγα σελίνια
παραπάνω στην τσέπη
προχωράει
την ζωή την ριμάδα ,την καλή και την
κάθε αλλιώς πλευρά των μονολόγων της
νυχτιάς .
Μπαίνουν
λοιπόν άλλης νυχτιάς παράγραφο οι
εικόνες
,που
η
χλωρίδα και η πανίδα της είναι ναι μεν
αχορτογράφητη ,άγνωστη , μα το μεταίχμιο
της ζήσης σου εδώ και νύχτες και νύχτες
ανάμεσα σε δυό πατρίδες , σε οδηγούν σε
ένα ακόμη συμπέρασμα ό,τι δεν θα αλλάξει
και πολύ των πράγματων η πορεία .
Πρακτικά δηλαδή αλλά και υποθετικά με
ένα καλύτερο κομοδίνο ή δυό φλιτζάνια
καφέ δεν αλλάζει το εντός σου νοικοκυριό
.
Ή
μήπως δεν το βλέπεις έτςι το θέμα τούτο
; Και μήπως εθελοτυφλείς και μπαίνεις σε
άλλα τρυπάκια ερωτημάτων και σισύφεια
αποχαιρετάς το χτες σου
;
Αυτο μπερδεύονται οι νύχτες γενικώς όπου
γης και να βρεθούν
αλλά
στις λέξεις του φεγγαριού ψάχνουν να
πιαστούν και στην καλή ζαριά του χρόνου
να κάνουν την καλή τους . Μα οι
μονόλογοι τους πληθυντικού αριθμού
κυρίως πλαγιάζουν ,συλλαβίζουν
,πλατιάζουν ακόμη περισσότερο.
Οι νύχτες της Μελβούρνης αν και την ίδια
καραμέλα νοσταλγίας και μισεμού
πιπιλίζουν στο στόμα τους στο τέλος ενός
μπαρμπεκιάσματος που
σαν
επιδόρπιο γιορτής μένει ,αλλά και από
τις τόσες επισκέψεις των λίγων φίλων
,συγγενών ειδικά στα Σαββατοκύριακα και
στα ωραία πάρκα
οταν
συναντιόμαςτε ,όταν ο καιρός της εποχής
και όταν χρόνος του καθενός το επιτρέπει
,εντούτοις
αλλού
μπαρκάρουν τα μασουλίσματα
αυτά
ειδικά δε και όταν είναι μόνοι και όταν
κλείνουν την πόρτα τους . Και κλείνονται
εντός της κάθε οικίας και οι νύχτες
νυχτώνουν πιό νωρίς το μέςα τους τοπίο .
Οι νύχτες γενικώς οπου γης εικάζω από
ένα όταν που φεύγει ,από ένα όταν που
κάτι περιμένεις ,κρατάει τα κλειδιά μιας
πόρτας ,ανοίγει τους κωδικούς και τα
τζάμια παραθύρων . Ανοίγει και κλείνει
το όταν και πόδια,στόματα ,πληγές ,χαρές
. Δεν σταματάει όμως εκεί .
Γιατί οι νύχτες της Μελβούρνης είναι σαν
τα πεφταστέρια του ουρανού και από τις
πολλές ευχές που εκφέρεις στην πτώση
τους
κατά
μόνας και κάπου για να σκαλώνεις και να
χωρέσεις στην διαδρομή τους
αυτή,περιμένεις τις επόμενες . Να μην
είναι ρούχο που σε σφίγγει και δεν σε
χωράει ούτε σαν τόπος ούτε σαν νόημα .
Να μην είσαι ο άγνωστος χι ,στο σχέδιο
του σύμπαντος και του χρόνου ,ούτε όμως
και το μηδέν ούτε και το δέκα το καλό .
Με αξιοπρέπεια και ενσυναίσθηση
αποδέχεσαι τους πάντες και τα πάντα και
στις
οντότητες
και στις φυλές του της πόλης υπάρχεις
και νταραβέρια κάνεις . Μα στις νύχτες
της μελβούρνης ακαριαία και
εξακολουθητικά ,το βιβλίο της ζωής το
ξεφυλλίζεις ,το στολίζεις αλλιώς . Σε
άλλες άγραφες και τσακισμένες σελίδες
,με αξιοπρέπεια και ενσυναίσθηση
,λυγίζεις ,γράφεις,σβήνεις στεγνώνει το
σάλιο σου τον ουρανό τους κοιτάς .
Γιατί στην τελική οι νύχτες της
μελβούρνης ακαριαία και εξακολουθητικά
,σε ένα ταξείδι μιας συνεχής αναχώρησης
φεύγουν από τον τόπο και τον χρόνο τους
το πραγματικό κυρίως και ,μπερδεύουν τα
φωνήεντα με τα καινούργια ηχοχρώματα της
άλλης αλφαβήτας και στο στερέωμα της
μνήμης και στην αποθήκη των αναμνήσεων
ρίχνουν και άγκυρες και όνειρα .
Οι νύχτες της Μελβούρνης σαν κατάρτια
καραβιών με σχισμένα και βελούδινα πανιά
σχίζουν τον χρόνο και στο σεντόνι του
ύπνου φτιάχνουν ιστορίες .
Νύχτες πολλαπλής αλμύρας σαν μισάνοιχτα
κοχύλια που ακόμη δείχνουν αντοχές στα
τόσα κύματα λήθης και νοσταλγίας
,συμβιβάζονται αποδέχονται την γεύση και
την μυρουδιά του αέρα και της
καινούργιας πατρίδα φιλοξενία .
Δεν μπορούν να κάνουν και αλλιώς σε αυτή
την γνωστή πλάνη ,την χιλιοτραγουδισμένη
και την τόσο χιλιοειπωμένη . Δεν μπορούν
να πάνε κόντρα στο καινούργιο καιρό και
στις διαθέσεις στην πόλη όπου ζουν και
αναπνέουν . Και αν αισθάνονται
καπεταναίοι και ναυαγοί στα κύματα της
νύχτας ,αλλά και σχεδόν άγνωστοι και
χαμένοι μέσα στους πλήθος της πόλης ,με
τα γράμματα και της συνήθειες της
αφετηρίας από το τόπο που τους γέννησε
δεν τον ξεχνούν
και
αποκούμπι γίνεται όταν τους παίρνει το
παράπονο και το γιατί της φυγής . Με
νύχια και με δόντια το παλεύουν αφού
πιάνονται στα δίχτυα της ανάμνησης μια
στεριά και μια ανασα να πάρουν ζητούν .
Να
μην πάνε στο πάτο ,να επιπλεύσουν και
ένα χάδι νυχτός να εχουν στο προσκεφάλι
τους για μαξιλάρι .
Γιατί και
οι
νύχτες της Μελβούρνης από όλες αυτές τις
κουρασμένες διαδρομές ,μια στο
μεροκάματο ,μια στο και ωράριο της
νοσταλγίας λίγο ησυχία θέλουν .
Να
μην μακραίνει άλλο ο χρόνος τους . Σαν
ευκαιρία και σαν επιλογή ,μιας και αυτά
μπορεί να νάναι και παιγνίδια του μυαλού
και των χιλιομετρικών αποστάσεων από την
γενέτειρα ,οι νύχτες της Μελβούρνης
εποχιακά και μόνιμα ζούνε τις αλλαγές
και στις
ακρίβειες
της καταναλωτικής εποχής και με το τρόπο
τους ξημερώνονται .
Οι νύχτες της μελβούρνης σαν ξεχασμένες
κάρτ ποστάλ σε ένα περίπτερο που
διανυκτερεύει γράφουν ιστορίες και
γράμματα στέλνουν . Σε ένα βενζινάδικο
,σε ένα φαρμακείο και στην έξοδο από ένα
σούπερ μάρκετ γεμίζουν και γιατρεύουν το
χρόνο και την ανοία τους .
Πρέπει
πάντα κάτι να γίνεται στις νύχτες και
στο σκοτάδι τους ; Ποτέ δεν βρήκα μια
βολική ,ικανοποιητική ερμηνεία σε αυτό
το ερώτημα που από ό,τι φαίνεται
απασχολεί όλα τα χρώματα ,όλα τα χνώτα
,όλα τα χτές του χρόνου των ανθρώπων .
Γιατί και οι νύχτες της Μελβούρνης είναι
πινελιές με χρώματα και αρώματα από
πρόσωπα τυχαία και συμβατά ,από χέρια
και μάτια και πλάτες που περάσανε
,αγκαλιαστήκαμε και αν είναι σε ενα άλλο
τόπο ,σε άλλη γειτονιά και σε άλλο τόπο
οι
φωνές και οι λάμψεις τους ,με ερωτήματα
και απαντήςεις νυχτός φτιάχνουν πατρίδες
και παρτίδες .
Χωρίς
γιατί και διότι ,χωρίς συννεφιές
,αντάρες , οι νύχτες της Μελβούρνης ,όσο
και να τις λές και να τις βιώνεις
,κυριολεκτικά ,στην πιό μεγάλη τους
κυριολεξία από τεταρτημόριο σε
τεταρτημόριο κάθε υφής και μορφής ,η πιό
μεγάλη αλήθεια και η πιό σημαντική
μεταφορά και παρομοίωση τους γίνεται
μόνιμο παρόν .
Δεν είναι σχήμα λόγου ή κάτι το περίεργο
τους . Είναι αυτές που είναι . Ολες δε
οι πρότασεις και οι λέξεις
στις
και για τις νύχτες της Μελβούρνης δεν
τις χωράει κανένας νους , ούτε καμιά
σειρά λέξεων . Μα αλλά ούτε και νοήματα
βγάζουν οι μονόλογοι αυτοί αν δεν τις
τους ζήσεις,αν τα νυχτοήμερα
των
ειρμών τους δεν τα έχεις παράλληλα και
κάθετα συναντήσεις στο πετσί σου ,όπου
και όπως βρίσκεσαι και κατοικείς .
Είναι
λοιπόν
,οι κάποιες φορές του χρόνου τους ,όταν
με συναντούν ,από αδυναμία ,από
συναισθηματική φόρτιση ή εκφόρτιση ζωής
ταχύτατης
που
μεταξύ μας δεν μπορώ να ξέρω το γιατί
του επιςκεπτηρίου του και ψάχνοντας να
βρω απαντήσεις μονολογώ.
Αν και σημειώνω τα ταξίδια που λάμπουν
σαν βεγγαλικά και φεγγαρένια
στο
μαύρο ή στο οτιδήποτε πέπλο της ,
εντούτοις
παρκάρω
και το χρόνο και τις διαδρομές μου και
την αφήνω να κάνει το δικό της .
Ετσι
στις νύχτες της Μελβούρνης ,σημεία και
σημαίνομενα τους ,ευπρεπώς και ώριμα με
συναντούν και με αισιοδοξία
συμπορευόμαςτε
. Στην καλή τους τύχη καραδοκεί πάντα η
ξόβεργα του χρόνου να τα πιάσει .
Σε
κάθε δε ενδεχόμενο τους όλα τα όνειρα
νυχτός εξομολούνται και ανα στοχάζονται
.
Αλλά και με τις λέξεις και την καλή τους
φιλοξενία δρόμους και αδιέξοδα βρίσκουν
μια ισορροπία μέθεξης .
Μέχρι δε και οι επόμενες νύχτες της
Μελβούρνης
, όταν και όπως θα με βρούν κάτι σαν
αφορμή εκδρομής και σαν ενδοσκόπησης
σημαίνον συμπέρασμα ,
με
τα ανοιχτά μάτια των μονολόγων μου θα
κοιταχτούμε κατευθείαν και χωρίς μου και
μα . Αλλά
και
σε κάθε τους επανάληψη με το μεροδούλι
μεροφάι μου θάχουμε να λέμε και άλλα που
δεν είπαμε . Και έτσι ο χρόνος στις
κάποιες φορές του ,με βρίσκει σε ένα
ταξίδι διαρκείας φωτογραφίζοντας νύχτες
της Μελβούρνης ,λέξεις τους να αφηγούμε.
Του Χρήστου Νιάρου
Μελβούρνη 2023.