Κι επειδή
για ξενιτεμένους θα μιλήσουμε, ας ξεκινήσουμε με
δυο δημοτικά τετράστιχα, από την Ζάκυνθο.
Από την
Μάνα και τον Πατέρα, που μένουν πίσω
Μάνα: «Ξενιτεμένο
μου παιδί, έλαβα τη γραφή σου
Στον κόρφο μου την έβαλα κι είπα, καρδιά
κοιμήσου».
Πατέρας:
«Καράβια που διαβαίνετε/καράβια που περνάτε/έχω
ένα γιο στην ξενιτιά/νατόνε
χαιρετάτε. Πέστου τα χαιρετίσματα/πέστου την
καλημέρα/και πέστου πως τα έστειλε/ο δόλιος του
πατέρας».
Για να
μπορέσουμε να αναφερθούμε στην προσφορά της
πρώτης γενιάς, στη ζωή της Αυστραλίας κι
ιδιαίτερα της Μελβούρνης αφού εδώ ζούμε, πρέπει
να διευκρινίσουμε ποια είναι αυτή η γενιά.
Σύμφωνα με τα επίσημα
Αρχεία του Αυστραλιανού Κράτους, οι πρώτοι
Έλληνες πάτησαν το πόδι τους στην
Αυστραλία, στις 27 Αυγούστου του 1829.
Ήταν το πλήρωμα της
Σκούνας «Ηρακλής», 7 Ναυτικοί που οι Βρετανικές
Αρχές είχαν καταδικάσει για πειρατεία και τους
εξόρισαν μόνιμα στην Αυστραλία.
Πριν από
τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αφίχθηκε σχετικά μικρός
αριθμός Ελλήνων. Στην πρώτη επίσημη Απογραφή του
1891, βρέθηκαν να ζουν στην Αυστραλία 48 Έλληνες
Μετανάστες.
Υπολογίζεται πάντως, ότι μέχρι το 1927 υπήρχαν
γύρω στις 10.000 Έλληνες στην Αυστραλία.
Λογικά θα
λέγαμε, ότι αυτή είναι και η πρώτη γενιά.
Όμως, δεν έχουμε
αρκετά στοιχεία για την ζωή και τη δράση τους.
Γνωρίζουμε
από ιστορικές πηγές, ότι και την εποχή της
Χρυσοθηρίας στο
Ballarat
και στο
Bendigo,
μεταξύ 1850 κι 1890, η παρουσία των Ελλήνων,
πολύ δυναμική.
Ήταν κυρίως Ναυτικοί
που εγκατέλειπαν το καράβι, με το όνειρο να
πλουτίσουν γρήγορα από το χρυσάφι που θα
έβρισκαν. Φρούδες ελπίδες!
Θα λέγαμε, ότι την
τύχη τους την έκαναν αυτοί που άνοιξαν εκεί,
καφετέριες και φαγάδικα, γιατί ήταν οι πρώτοι
και σχεδόν μοναδικοί για πολλά χρόνια!
Μολαταύτα,
μπορούμε να πούμε με σιγουριά, ότι αυτοί οι
πρώτοι Έλληνες, ταλαιπωρήθηκαν πολύ, εργάστηκαν,
μόχθησαν, στερήθηκαν, χωρίς καμιάν απολύτως
μέριμνα από το Κράτος και καμιά στήριξη.
Παρόλα
αυτά, πρόσφεραν πολλά και άφησαν πίσω τους
σημαντικά έργα.
Στις αρχές του 20ου
αιώνα, οι Έλληνες ήταν οι πρώτοι που άνοιξαν τα
Καφέ, στην Αυστραλία που ήταν άγνωστα μέχρι
τότε.
Ασχολήθηκαν,
επίσης, με την αλιεία, το Εμπόριο, την
Βιομηχανία και πολλά άλλα.
Τον Αύγουστο του
1897, 57 από τους Έλληνες που ζούσαν στην
Μελβούρνη, ιδρύουν την πρώτη Ελληνική
Κοινότητα. Την Ορθόδοξη Ελληνική Κοινότητα
Μελβούρνης και Βικτωρίας, όπου παραμένει η
αρχαιότερη Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης και
Βικτωρίας, χωρίς το Ορθόδοξη πλέον.
Τον Δεκέμβρη του
1900, με δωρεές και εράνους, αυτοί οι λίγοι
Έλληνες, αγοράζουν οικόπεδο επί της
Victoria Parade,
East Melbourne,
και θεμελιώνουν τον Ιερό Ναό του Ευαγγελισμού,
την πρώτη Ελληνική Ορθόδοξη εκκλησία στη
Βικτόρια.
Το 1952 υπογράφεται
η Διακρατική Συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και
Αυστραλίας και δημιουργείται η ΔΕΜΕ, Διακρατική
Επιτροπή Μετανάστευσης εξ Ευρώπης.
Τότε
αρχίζει το μεγάλο κύμα Μετανάστευσης που θα
συνεχιστεί μέχρι τις αρχές του 1970.
Η
Αυστραλία, έχει ανάγκη από Εργατικό δυναμικό.
Υπολογίζεται, ότι το διάστημα εκείνο έρχονται
στην Αυστραλία γύρω στις 250.000 Έλληνες!
Αυτές
λοιπόν τις χιλιάδες Ελλήνων, δεχόμαστε ότι είναι
η Πρώτη Γενιά και για αυτούς θα μιλήσουμε.
Πριν μπορέσουμε,
όμως, να μιλήσουμε για αυτούς τους ανθρώπους,
και την όποια προσφορά τους, οφείλουμε να τους
«γνωρίσουμε». Να δούμε, ποιοι ήταν, από πού
προήλθαν, ποιος ο τρόπος ζωής τους μέχρι τότε
και γιατί ήρθαν στην Αυστραλία;
Την
δεκαετία του -50, η Ελλάδα προσπαθεί να
επουλώσει τις μεγάλες πληγές που άφησε ο Β΄
Παγκόσμιος Πόλεμος, αλλά και ο Εμφύλιος που
ακολούθησε. Στον πόλεμο, σύσσωμος ο Ελληνισμός,
αντιμετώπιζε τον κοινό εχθρό.
Στον
Εμφύλιο, ο εχθρός ήταν ο αδελφός, ο γείτονας, ο
δικός,!
Η Ελλάδα μαστίζεται
από φτώχια, φόβο, ανέχεια και μεγάλη ανεργία.
Η καινούρια
χώρα, ενδιαφέρεται μόνο για νέους, κυρίως άνδρες
στην αρχή, υγιείς και γερούς. Και φεύγουν οι
νέοι, σχεδόν παιδιά, που οι περισσότεροι, δεν
είχαν υπηρετήσει ούτε στρατιώτες. Οι επαρχίες,
τα χωριά και πολλά νησιά αρχίζουν να ερημώνουν.
Κακός
Σύμβουλος η Ανάγκη και η φτώχεια.
Και
ξεκινούν για την Γη της Επαγγελίας.
Οι
περισσότεροι, μέχρι τότε δεν είχαν βγει πάρα
πέρα από τον στενό τους περιβάλλον.
Όλος τους ο κόσμος,
το χωριό τους και τα γύρω χωριά. Μεταφορικά μέσα
δεν υπήρχαν. Τυχεροί όσοι διέθεταν γαϊδουράκι ή
μουλάρι κι ελάχιστοι ποδήλατο. Ο πόλεμος επίσης
δεν άφησε περιθώρια για φοίτηση σε Σχολείο.
Μερικοί τυχεροί, είχαν βγάλει 2-3 τάξεις του
Δημοτικού, πολλοί, αναλφάβητοι.
Προέρχονταν, κυρίως,
από απομακρυσμένα ορεινά χωριά, νησιά και μικρές
κωμοπόλεις. Ζούσαν μια απλή αλλά πολύ ήρεμη και
ξέγνοιαστη ζωή κοντά στη Φύση.
ΜΜΕ
ανύπαρκτα. Τον θάνατο του χωριανού, τον μάθαιναν
από την καμπάνα της εκκλησίας που χτυπούσε
πένθιμα. Εφημερίδες δεν έφταναν ως εκεί,
τηλέφωνα ανύπαρκτα. Ούτε και ρολόγια, κοιτούσαν
τον Ήλιο κι από τη θέση της σκιάς το, υπολόγιζαν
τι ώρα είναι. Όσο για τον καιρό, κοίταζαν
αποβραδίς τον ουρανό και μπορούσαν να προβλέψουν
τι καιρό θα κάνει αύριο.
Οι γυναίκες
γεννούσαν τα παιδιά τους στο σπίτι τους με την
Μαμή της περιοχής και τη στήριξη των γυναικών
της οικογένειας.
Δεν θα ήταν
υπερβολή, αν πούμε ότι πολλοί από ορεινές
περιοχές είδαν θάλασσα για πρώτη φορά,
κατεβαίνοντας στον Πειραιά για την αναχώρηση!
Και ξαφνικά, αυτά τα
παιδιά, παίρνουν το δρόμο για μακρινό τόπο
που δεν ήξεραν κατά πού πέφτει. Από τη μια η
φτώχια, από την άλλη η παρακίνηση γιατί έφευγαν
πολλοί και γιατί όλοι πίστεψαν πως ξαφνικά θα
βρεθούν στη γη της επαγγελίας!
Εκεί που όλα είναι
εύκολα και όμορφα και που με λίγες ώρες δουλειά
την ημέρα, θα βγάζουν αρκετά λεφτά ώστε να ζουν
οι ίδιοι, να στέλνουν στους γονείς για τις
ανάγκες της φαμελιάς και να μαζέψουν και την
προίκα της αδελφής. Κι αυτά όλα θα τα
κατάφερναν… τα δυο πρώτα χρόνια. Μετά, άντε να
δουλέψουν κι άλλα 2-3 χρόνια, για γερό
κομπόδεμα δικό τους και το πολύ-πολύ σε 5 χρόνια
να γυρίσουν πίσω!
Και…ζήσανε
αυτοί καλά κι εμείς εδώ καλύτερα!
Μετά από
πολυήμερο ταξίδι, φτάνουν κάποτε στο Λιμάνι της
Μελβούρνης.
Εκείνοι που τους
περίμενε κάποιος εδώ, ήταν τυχεροί! Υπήρξαν όμως
και χιλιάδες άλλοι που μετά το μεγάλο ταξίδι,
στοιβάχτηκαν στα τρένα σαν εμπορεύματα και τους
μετέφεραν στον Καταυλισμό Bonegilla στην Wodonga
.
Εκεί τους περίμενε
φοβερά δύσκολη ζωή.
Οι συνθήκες
διαβίωσης απαίσιες. Χώρια οι άνδρες από τις
γυναίκες, ακόμα και τα ανδρόγυνα. Η δουλειά,
όταν υπήρχε, πολύ σκληρή. Κι, όμως, αυτός ο
καταυλισμός λειτούργησε τότε από το 1947 μέχρι
το 1971 κι από εκεί πέρασαν 300.000 άνθρωποι από
50 και βάλε, διαφορετικές χώρες!
Οι συμπατριώτες μας,
έχουν ιδρύσει Σύλλογο και κάθε χρόνο, εκδράμουν
για τιμητικό προσκύνημα στην Bonegila!
Στην
διαδρομή, λοιπόν, αυτοί που είχαν κάποιον εδώ,
απορούσαν με τα χαμηλά, ξύλινα σπίτια, που τους
θύμιζαν στάβλους.
Πολύ
σύντομα φυσικά, θα διαπίστωναν και πολλά άλλα,
που δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με αυτά που
περίμεναν.
Οι περισσότεροι από
αυτούς, έφτασαν την μια μέρα και την άλλη
άρχιζαν δουλειά σε Εργοστάσιο! Φοβισμένοι και
νιώθοντας πολύ άβολα γιατί δεν καταλάβαιναν τι
λένε οι άλλοι ούτε τι γίνεται γύρω τους.
Γνώρισαν τι σημαίνει Μπόσης! Γνώρισαν την μεγάλη
πίεση να δουλεύουν με το κεφάλι σκυφτό. Γνώρισαν
τι είναι η Γραμμή Παραγωγής…το
Production Line
τι σημαίνει να περιμένεις να σε αντικαταστήσουν
στην γραμμή ώστε να πας για την σωματική
σου ανάγκη! Γνώρισαν τι είναι να δουλεύεις με
«μπόνους». Να σκοτώνονται, οι Γυναίκες, κυρίως,
να βγάλουν λίγα «κομμάτια» πάρα πάνω, ούτε
τουαλέτα δεν πήγαιναν, για να μην χάνουν χρόνο,
ώστε να πάρουν λίγα περισσότερα την εβδομάδα.
Πολλοί
άνδρες δούλευαν σε Χυτήρια και Ορυχεία, για 10,
12 ή και περισσότερες ώρες! Έμπαιναν άσπροι κι
έβγαιναν μαύροι από κει μέσα κι έκαναν μέρες να
δουν τον Ήλιο!
Όταν υπήρχε δουλειά,
έκαναν όλοι υπερωρίες. Κυριολεκτικά σκοτώνονταν
όλη μέρα, ιδιαίτερα οι γυναίκες, που πηγαίνοντας
σπίτι τις περίμενε το νοικοκυριό, το μαγείρεμα,
η φροντίδα του άνδρα και των παιδιών.
Η φροντίδα των
παιδιών υπήρξε πολύ σοβαρό πρόβλημα. Χιλιάδες
ζευγάρια, δούλευαν νύχτα ο ένας μέρα ο άλλος. Οι
επιπτώσεις στην οικογένεια από εξαιρετικά
δυσάρεστες μέχρι τραγικές κάποιες φορές!
Οι περισσότεροι
γονείς, έτρεχαν από τα χαράματα να πάνε τα
παιδιά στη «Γυναίκα» που θα τα φρόντιζε, μαζί με
άλλα 4 ή και πάρα πάνω συν τα δικά της.
Βρεφονηπιακοί Σταθμοί δεν υπήρχαν κι αν υπήρχαν,
απρόσιτοι οικονομικά, άγνωστοι κι απορριπτέοι
από την Ελληνίδα Μάνα που την φόβιζε το «ξένο»
και το άγνωστο.
Αυτό το θέμα της
φροντίδας παιδιών προσχολικής ηλικίας, είναι
Τεράστιο και χρειάζονται τουλάχιστον δύο αν όχι
τρεις Ομιλίες για να καλυφθεί σωστά!
Ήταν και πολλές
εκατοντάδες Ελλήνων μεταναστών που χρεώθηκαν
για να αγοράσουν μαγαζιά, όπως Milk
bars,
Fish
and Chips
, cafe κ.ά.
Και δούλευαν 10 και 12 ώρες επτά ημέρες την
εβδομάδα, χωρίς ρεπό, χωρίς διακοπές.
Αυτούς που
δούλευαν σε εργοστάσια, τους βοήθησε ότι
δούλευαν συνήθως με Έλληνες και άλλους
μετανάστες όπου οι παλιοί, βοηθούσαν στη γλώσσα
εξηγώντας τους τι πρέπει να κάνουν. Στην
πλειοψηφία τους, δούλεψαν έτσι τα περισσότερα
χρόνια, όπου όλοι συνεννοούνταν με τα σπασμένα
Ελληνοαγγλικά, Ιταλοαγγλικά κ.λπ.
Και
τολμούν, ακόμα και σήμερα, πολλοί Επαγγελματίες
σε δημόσιες Υπηρεσίες και Νοσοκομεία να
υποβλέπουν τους μετανάστες που…είναι εδώ 50 ή
πάρα πάνω χρόνια και δεν κατάφεραν να μάθουν
Αγγλικά και χρειάζονται ακόμα Διερμηνέα!
Τα σχόλια
δικά σας.
Φυσικά,
ήρθαν και χιλιάδες μετανάστες, “προνομιούχοι» θα
λέγαμε που είχαν δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ήταν
Τεχνίτες, είχαν προσόντα και ικανότητες.
Όλοι αυτοί,
εκμεταλλευόμενοι τις ευκαιρίες που παρείχε η
Χώρα, αξιοποίησαν στο έπακρο τις γνώσεις
και προσόντα τους και όχι μόνο διέπρεψαν αλλά
και διακρίθηκαν, στα Γράμματα στις Τέχνες, στο
Εμπόριο, στις Επιχειρήσεις, στον πολιτικό τομέα
και αλλού!
Οπωσδήποτε,
στην αρχή χαμήλωσαν πολύ τον πήχη,
αντιμετωπίζοντας τις ίδιες συνθήκες και
προβλήματα όπως όλοι.
Στεγάστηκαν όλοι στις
πολλές Ελληνογειτονιές της Μελβούρνης στα
εσωτερικά προάστεια για να είναι κοντά στον τόπο
εργασίας τους. Οι λεγόμενες «Ελληνογειτονιές»
δημιουργήθηκαν από την ανάγκη του ανθρώπου που
ζει στα ξένα, να βρίσκεται κοντά σε συντοπίτες
για να νιώθει ασφάλεια και αν συμβεί κάτι, «να
έχει πόρτα να χτυπήσει».
Έτσι, δημιουργήθηκαν
πολλά μικρά «Geto».
Συγκατοικούν 3 και
τέσσερες οικογένειες σε ένα σπίτι που τον πρώτο
λόγο τον είχε ο μπόσης και η μπόσενα! (οι
ιδιοκτήτες). Ακόμα και για χρήση τουαλέτας ή να
φάνε, να μαγειρέψουν να πλύνουν, να κάνουν
ντους, να απλώσουν ρούχα, για όλα, έπρεπε να
περιμένουν τη σειρά τους! Όλα κοινόχρηστα, εκτός
του υπνοδωματίου. Κι εκεί όμως οι ανύπαντροι
άνδρες ή γυναίκες μοιράζονταν και το υπνοδωμάτιο
με άλλους δύο ή τρεις, ανάλογα πόσα μονά
κρεβάτια χωρούσε το μικρό δωμάτιο, γιατί τα
μεγάλα τα νοίκιαζαν σε αντρόγυνα! Μία η Κουζίνα,
μία η τουαλέτα, ένα το ψυγείο για όλους, τα
ντουλάπια και συρτάρια της κουζίνας κοινά. Κι
όμως, έζησαν αρμονικά υπό τέτοιες συνθήκες για 2
και 3 χρόνια και οι πιο στενές, όμορφες, φιλίες
και κουμπαριές, προέκυψαν από αυτές τις
συγκατοικίες!
Καθώς και πολλοί
γάμοι, γιατί γνωρίζονταν όλοι μεταξύ τους.
Σμίγανε στην εκκλησία, στα φιλικά
μπάρμπεκιου, όπου με ρεφενέ, ο ένας το κρέας,
άλλος τα κάρβουνα, άλλος τις σαλάτες, τις
μπύρες, περνούσαν όμορφα τις Κυριακές! Μα και
στους γάμους! Μικρή η παροικία τότε κι ο ένας
καλούσε τον άλλον σε κάθε εκδήλωση. Και γίνονταν
μπόλικοι γάμοι τότε κάθε Κυριακή.
Η μοναξιά, όμως, για
τους ανύπανδρους, δύσκολη, ήθελαν να κάνουν
οικογένεια. Επί πλέον, αν δούλευαν δύο αντί για
έναν, θα έφευγαν πιο γρήγορα για την Ελλάδα! Κι
αρχίζουν τα εξ αποστάσεως προξενιά κι οι
αρραβώνες! Κι αρχίζει καινούριά κατάσταση
πραγμάτων με τις γνωστές «Νύφες των
καραβιών». Κοπέλες
πολύ νεαρές ή λίγο μεστές, ανταλλάσσουν
φωτογραφίες με τον υποψήφιο γαμπρό,
αρραβωνιάζονται πίσω στο χωριό, με γλέντια και
χαρές αλλά…χωρίς τον γαμπρό και λίγο μετά,
παίρνουν τον δρόμο της ξενιτιάς!
Ήταν και οι «σκαστοί
από τα καράβια», που για να μην τους απελάσουν,
έπρεπε να βρουν επειγόντως νύφη να παντρευτούν
για να μπορέσουν να μείνουν στην Αυστραλία.
Μετά, ρίχνονται κι οι δυο στη δουλειά.
Εν τω μεταξύ
έρχονται και τα παιδιά, και το όνειρο να φύγουν
σε 5 χρόνια…
Μένει «
όνειρο δεμένο στο μουράγιο».
Οι περισσότεροι
γάμοι γίνονται στον Ευαγγελισμό και σε άλλες
εκκλησίες που ιδρύθηκαν σε προάστεια της
Μελβούρνης, πάντα από τον οβολό των Μεταναστών!
Γιατί ο Έλληνας κι η Ελληνίδα δεν πίστευε στον
πολιτικό γάμο! Οι γονείς πίσω περίμεναν νυφικές
φωτογραφίες από Εκκλησία, με κουμπάρο και παπά,
με κουφέτα και μπομπονιέρες!
Στενός ο δεσμός
του Έλληνα με την Εκκλησία.
Οι νυφικές
φωτογραφίες, τότε, βγαίνουν στα Φωτογραφεία
Χιόνης και αυτά των αδελφών Μπεμπόνη!
Η καινούρια
οικογένεια, χρειάζεται δική της στέγη.
Έτσι, με
σκληρές οικονομίες και στερήσεις, αγοράζεται το
πρώτο ταπεινό σπιτάκι!
Ιδρύονται και τα
πρώτα απογευματινά Σχολεία όπου τα παιδιά
μαθαίνουν Ελληνικά! Στα πρώτα από αυτά τα
Σχολεία, δίδαξαν η Αλεξάνδρα Βραχνά, ο Στάθης
Ραυτόπουλος, η Νίνα Μπλάκ και πολλοί άλλοι.
Αργότερα, η Ελληνική Κοινότητα, ανοίγει
παραρτήματα Απογευματινών Σχολείων στις
περισσότερες περιοχές της Μελβούρνης και σε όλες
τις Κοινοτικές εκκλησίες. Οι
Ενορίες-κοινότητες, κάνουν το ίδιο σε κάθε
εκκλησία και ενορία. Ταυτόχρονα, πολλοί ιδιώτες,
ανοίγουν παρόμοια σχολεία εκεί που υπήρχε πολύς
Ελληνισμός.
Αργότερα η Ελληνική
Παροικία με μεγάλους αγώνες και με διαρκείς
εράνους το 1974 ιδρύει Έδρα Νεοελληνικών στο
Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης. Η Ελληνική Παροικία
συγκεντρώνει $4.000, τεράστιο ποσόν για την
εποχή, και η Κυβέρνηση συμπληρώνει τα υπόλοιπα.
Μετέπειτα, δημιουργήθηκαν Έδρες Νέο Ελληνικών
και στα Πανεπιστήμια Monash και LaTrobe.
Για χρόνια
ανθούσε η Ελληνική γλώσσα στην Τριτοβάθμια
Εκπαίδευση. Σήμερα, ο αριθμός φοιτητών στα
Ελληνικά, όλο και συρρικνώνεται. Βρισκόμαστε πια
στην τρίτη γενιά…
Μετά από
διαρκείς προσπάθειες και κόπους συμπαροίκων,
πολλά Αυστραλιανά Δημοτικά Σχολεία,
συμπεριλαμβάνουν την διδασκαλία Ελληνικών στο
πρόγραμμα τους. Λίγο αργότερα, γίνεται το ίδιο
και με ορισμένα Γυμνάσια.
Μα οι
Έλληνες, δεν σταματούν, ιδρύουν Ημερήσια
Δίγλωσσα Σχολεία στα οποία φοίτησαν και φοιτούν
χιλιάδες παιδιά μέχρι σήμερα!
Μαθητές των
απογευματινών, Σαββατιανών καθώς και Κρατικών
Σχολείων αποτέλεσαν τα Φυτώρια, θα λέγαμε,
απ΄ όπου αργότερα θα έβγαιναν οι πρώτοι φοιτητές
για τα Πανεπιστήμια.
Εκτός από
τα Σχολεία και τις Εκκλησίες, ο Έλληνας
κινητοποιείται και στα ΜΜΕ
Η πρώτη Ελληνόφωνη
εφημερίδα,
Aυστραλίς,
κυκλοφορεί στην Μελβούρνη από το 1913 μέχρι το
1920. Ακολουθούν άλλες μικρές, όχι βιώσιμες. Από
το 1936 μέχρι το 1979 κυκλοφορεί Το Φως, κυρίως,
θρησκευτική εφημερίδα.
Το 1957
αρχίζει να κυκλοφορεί ο Νέος Κόσμος ανελλιπώς
μέχρι σήμερα, με 3 εκδόσεις την εβδομάδα και την
δεκαετία του -90, η εφημερίδα Τα Νέα, με μια
έκδοση την εβδομάδα.
Το κοινωνικό
περιοδικό Ελληνίς, κυκλοφορεί για πολλά χρόνια
τώρα.
Όλα αυτά τα έντυπα
καθώς και οι Ελληνόφωνοι ραδιοσταθμοί, οι
κρατικοί ΣΒΣ 3ΖΖΖ καθώς και ο εμπορικός
σταθμός 3ΧΥ, προσφέρουν ενημέρωση, ψυχαγωγία και
δυνατότητα επικοινωνίας της Παροικίας! Αργότερα,
Έλληνες επιχειρηματίες, φροντίζουν να
μεταδίδονται στην Αυστραλία Τηλεοπτικές εκπομπές
απευθείας από Ελλάδα! Κι ο Έλληνας έχει πια την
Ελλάδα στο σπίτι του όλο το 24ωρο! Μεγάλη
παρηγοριά για την τρίτη ηλικία.
Αλλά και
αιτία, να αποκόβεται από τον έξω κόσμο!
Από τα
πρώτα χρόνια ιδρύονται πολλαπλοί Οργανισμοί και
Φιλανθρωπικές Αδελφότητες και Σύλλογοι, όπου
εκτός του ότι φέρουν κοντά τα μέλη τους,
προσφέροντας ψυχαγωγία συνεισφέρουν σε εράνους
κι άλλες ανάγκες της παροικίας αλλά και της
Ελλάδας.
Η Πατρίδα,
πάντα στην έγνοια του μετανάστη!
Στον
Πολιτιστικό/Καλλιτεχνικό τομέα, δεν υστέρησε η
πρώτη γενιά. Ιδρύθηκαν πολλοί οργανισμοί,
Καλλιτεχνικοί, Θεάτρου, Χορού, Μουσικής κ.ά.
Όπως το
1975 η Ελληνική Εβδομάδα που το 1987 την
διαδέχτηκε το Φεστιβάλ Αντίποδες.
Καθώς και
Καλλιτεχνικές Ομάδες όπως, ΕΑΜΑ, Θίασος Παροικία
και Φοιτητικές Ομάδες, όπως η
NUGAS
και άλλες.
Ο Ελληνοαυστραλιανός
Πολιτιστικός Σύνδεσμος, με πολλαπλή δράση
στα Γράμματα και στις Τέχνες, συμπληρώνει εφέτος
50 χρόνια λειτουργίας.
Το 1992, με
πρωτοβουλία του Αλέκου Αγγελίδη και άλλων,
ιδρύεται ο Σύνδεσμος Ελλήνων Συγγραφέων και
Λογοτεχνών Αυστραλίας που συνεχίζει την δράση
του μέχρι σήμερα. Όλες αυτές οι δραστηριότητες,
συμβάλλουν τα μέγιστα στην αποδοχή κι εξάπλωση
του Πολυπολιτισμού!
Πολύ
έντονη, όμως και η παρουσία και προσφορά των
Γυναικών, σε όλους τους τομείς ζωής στην
Αυστραλία!
Πανταχού
παρούσες! Οι πιο γνωστές και πιο δραστήριες
Ομάδες Γυναικών: Το «Τμήμα Κυριών», που
λειτουργεί σε κάθε Οργανισμό. Δουλεύουν
αφιλοκερδώς για μέρες προσφέροντας τις υπέροχες
γευστικές δημιουργίες τους και όχι μόνο!
Κάνουν
Ερανικές εκδηλώσεις όπου συγκεντρώνουν σεβαστά
ποσά και πολλά άλλα.
Τους αξίζει ένα πολύ
Μεγάλο Εύγε!
Υπάρχουν και οι
Πνευματικές/Πολιτιστικές Γυναικείες ομάδες,
όπως,
Food for
thought,
Hellenic
Professional Women’s
Network,
Εστία Πολιτιστικός Σύνδεσμος Ελληνίδων και ο
Σύνδεσμος Ελληνίδων Γυναικών, που
συμπεριλαμβάνει όλους τους Συλλόγους Γυναικών,
που υπάρχουν σχεδόν σε κάθε περιοχή!
Με όλες αυτές τις
πολιτιστικές και πνευματικές δραστηριότητες, οι
Έλληνες, μοιράζονται τον πολιτισμό τους με
την Πολιτισμική Αυστραλία, θέτοντας όχι
μικρό λιθαράκι, αλλά κοτρόνες, θα λέγαμε, στον
Πολυπολιτισμό.
Τα Κοινωφελή έργα της
πρώτης γενιάς πολύ σημαντικά! Εφέτος
συμπληρώνονται 47 χρόνια αφότου ιδρύθηκε η
Ελληνική Πρόνοια από τους γιατρούς Μωραΐτη και
Κωνσταντίνου, τον Τζακ Μπίζα και τον Νίκο
Πολίτη. Στεγάζεται αρχικά στο Rιchmond σε
κτίρια της Κεντρικής Κοινότητας. Σήμερα,
βρίσκεται στο
Brunswick.
Η Πρόνοια
προσέφερε και προσφέρει πολλαπλές υπηρεσίες
στους Έλληνες. Ίδρυσε Παιδικό Σταθμό στο
Richmond
από
όπου πέρασαν εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες
Ελληνόπουλα!
Δεν νομίζω να
υπάρχει Έλληνας που να μην πέρασε το κατώφλι της
Πρόνοιας για πληροφορίες ή βοήθεια. Λειτουργεί
πολλά προγράμματα για Ηλικιωμένους και άτομα με
Ειδικές ανάγκες κ.ά. Καθώς κι εκπαιδευτικά
προγράμματα με πολύ μεγάλη συμμετοχή
συμπαροίκων.
Μα και στον
Πολιτικό τομέα, έδωσε δυνατό παρόν η πρώτη
γενιά.
Ας
αναφέρουμε τον Σιδηρόπουλο και τον Γεωργούλο,
που υπηρέτησαν Δημοτικοί Σύμβουλοι κι αργότερα
Δήμαρχοι στην Δημαρχεία του
Collingwood.
Στην
Πολιτειακή Βουλή, έχουμε τους Θόδωρο
Σιδηρόπουλο, Άλεξ Ανδρινόπουλο, Δημήτρη Δόλλη,
Φάνο Θεοφάνους και Τζένη Μικάκος.
Στο
Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο, τους Ανδρέα Θεοφάνους,
Πέτρο Γεωργίου Μαρία Βαμβακινού, Τάκη Καλδή στην
Ν.Ν. Ουαλία, Κώστα Βατσκαλή στην Βόρεια
Επικράτεια, όπου διετέλεσε και Κυβερνήτης μεταξύ
2000-2003 και Δημήτριο Τζιμ Φούρας στην
Κουησλάνδη!
Σήμερα, η Τοπική
Αυτοδιοίκηση οι Πολιτειακές Κυβερνήσεις
και Το Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο, κατακλύζονται
από παιδιά αυτής της πρώτης Γενιάς Μεταναστών
για την οποία μιλάμε!
Είναι
«κοινό μυστικό» θα λέγαμε, ότι οι Μετανάστες,
ανάμεσα τους κι εμείς οι Έλληνες, αλλάξαμε τις
απλές γαστρονομικές συνθήκες των Αυστραλών, αλλά
και πολλές άλλες συνήθειες. Ο μέσος Αυστραλός,
έτρωγε
steak
με πατάτες πουρέ
μπιζέλια και καρότα, λουκάνικα ή μπέικον με αυγά
και τα δημοφιλή, φις εν τσιπς! Την Κυριακή δε το
περιβόητο
Sunday
Roast.
Για πολλά χρόνια, μας
έβριζαν ότι…βρωμάμε σκόρδο και κρεμμύδι!
Έβλεπαν καλαμαράκια/χταποδάκια στην Victoria
Marketκαι στα Ψαράδικα κι έκαναν μορφασμούς
αηδίας! Μέχρι που…τους βγάλαμε από το λήθαργο
κυρίως οι Ιταλοί και οι Έλληνες και το σκόρδο
και το κρεμμύδι, έγιναν «trendy» και δεν είσαι
…in, αν δεν βρωμοκοπάς από garlic! Τα δε
χταποδάκια και καλαμαράκια, έγιναν μεζεδάκια
πολυτελείας!
Το
σκορδόψωμο, που μετονομάσθηκε σε garlic
breadc
, πολύ της μόδας, το ίδιο και οι
garlic
prawns
και πολλά ακόμα. Στα
Ελληνικά εστιατόρια ανακάλυψαν, τον…μουσάκα,
το παστίτσιο, στα σουβλατζίδικα το σουβλάκι κι
άλλες λιχουδιές και νοστιμιές ων ουκ έστιν
αριθμός!
Οι Καφετέριες,
εξαπλώθηκαν στα πεζοδρόμια σχεδόν παντού και με
τα τραπεζάκια, τις πολύχρωμες καρέκλες και
ομπρέλες και την πολυμορφία των ανθρώπων, δίνουν
χρώμα, ζωντάνια και ζωή στην Μελβούρνη. Σχεδόν
κάθε Σαββατοκύριακο, διοργανώνονται Καλλιτεχνικά
Φεστιβάλ, με χορούς, μουσική και παραδοσιακά
φαγητά στις περισσότερες περιοχές. Από
παντού ακούγεται μουσική, και Ελληνική!
Επί τέλους, ζωντάνεψε
η Μελβούρνη απέκτησε χρώμα, εμπλουτίστηκε με την
πολυμορφία του πληθυσμού. Από άγνωστη κι
ασήμαντη Πόλη, που ανά τον κόσμο πίστευαν
πως…τα Καγκουρό κυκλοφορούν στους δρόμους,
μετατρέπεται σε μια όμορφη Κοσμοπολίτικη
και…
«μπαίνει στον διεθνή χάρτη».
Για έξη
συνεχόμενες χρονιές, 2011-2017 ψηφίζεται σαν την
ωραιότερη και βιωσημότερη πόλη του κόσμου
Η πρώτη
γενιά Ελλήνων Μεταναστών και όχι μόνο,
συνετέλεσε πολύ σε αυτό!
Έχει πια και
νυχτερινή ζωή, που μετά τις 6.00 το απόγευμα,
ήταν σαν ακατοίκητη πόλη!
Και τώρα,
ας έλθουμε στον πιο σημαντικό τομέα, τον
Οικογενειακό!
Η πρώτη
γενιά μεταναστών, χωρίς να ακούγεται
μελοδραματικό, είναι η αδικημένη και βασανισμένη
γενιά.
Δούλεψε
πολύ σκληρά για πολλές δεκαετίες.
Οι
περισσότεροι, άνδρες και γυναίκες,
τραυματίστηκαν στις δύσκολες και βαριές εργασίες
που έκαναν! Η αντιμετώπιση τους από τις αρχές,
δεν ήταν πάντα η πρέπουσα.
Αντιμετώπιζαν επί
πλέον και το σοβαρό πρόβλημα της γλώσσας.
Υπηρεσίες Διερμηνέων
δεν υπήρχαν. Τα παιδιά τους, μικρά πολλές φορές,
είχαν το βαρύ ρόλο του διερμηνέα για
θέματα που δεν κατείχαν και που δεν ένιωθαν
άνετα. Πολλές γυναίκες, πήγαιναν σε γυναικολόγο
και από ανάγκη, έπαιρναν μαζί τους το μικρό γιο
ή την κόρη
Ακόμα και
στις συναντήσεις με τους δάσκαλους, το ίδιο το
παιδί, έπαιζε ρόλο διερμηνέα και δεν χρειάζεται
να σας πω τι πρόκυπτε πολλές φορές!
Αργότερα,
την δεκαετία του -70, δημιουργήθηκαν
Επαγγελματικές Υπηρεσίες Διερμηνέων, όπου
προσοντούχοι, εκπαιδευμένοι Διερμηνείς,
διορίστηκαν στον τομέα Υγείας, Εκπαίδευσης και
αλλού.
Εδώ θα
πρέπει να κάνουμε και μια σύντομη μνεία, για το
περιβόητο Σκάνδαλο με τις συντάξεις. Μολονότι
δεν συνέβη στην Μελβούρνη πιστεύω αξίζει να το
θυμηθούμε. Τον Απρίλη του 1978, 1000 περίπου
Έλληνες του Σύδνεϋ και 6 γιατροί Ελληνικής
καταγωγής, κατηγορήθηκαν για μαφιόζικη συνωμοσία
εις βάρος του τότε Υπουργείου Κοινωνικών
Ασφαλίσεων ώστε να εισπράξουν Σύνταξη αναπηρίας
με ψεύτικα ιατρικά πιστοποιητικά!
Οι ακροαματικές
διαδικασίες κράτησαν 8 ολόκληρα χρόνια και
δαπανήθηκαν πολλά εκατομμύρια δολάρια σε
δικαστικά έξοδα. Από τους 1000 που
κατηγορήθηκαν, συνελήφθησαν γύρω στους 180
Έλληνες. Απαγγέλθηκαν κατηγορίες σε ελάχιστους
και καταδικάστηκε ΜΟΝΟ ένας!
Όμως, το Ελληνικό
όνομα, διασύρθηκε ανεπανόρθωτα και οι Έλληνες,
έγιναν δακτυλοδεικτούμενοι για πολλά χρόνια!
Ο ομογενής
Λογοτέχνης, Γιάννης Βασιλακάκος, το 1987, 9
χρόνια αργότερα, γράφει βιβλίο με τον ομώνυμο
τίτλο: Το Κόλπο!
Και η πρώτη γενιά,
συνεχίζει να εργάζεται πολύ σκληρά. Να
ξεπληρώσει το σπίτι που στέγασε την οικογένεια,
στερούμενοι τα παιδιά τους, αφού τα
εμπιστεύονταν από ανάγκη σε ξένα χέρια.
Φρόντιζαν να μην τους
λείπει τίποτα, να μην υστερούν από τα άλλα
παιδιά στο Σχολείο και νιώθουν μειωμένα. Τα
σπούδασαν, σε Ανώτερες Ακαδημαϊκές ή Τεχνικές
Σχολές. Και σήμερα γεμάτη η Μελβούρνη και όχι
μόνο, από Δικηγόρους, Γιατρούς, Καθηγητές
Δασκάλους, Πολιτικούς, Επιχειρηματίες,
Διοικητικά στελέχη σε Δημόσιες και Ιδιωτικές
Υπηρεσίες. Πολλά διαπρέπουν στο Εμπόριο και σε
πολλές Βιοτεχνίες/Βιομηχανίες. Γίνονται
άξιοι Τεχνίτες, Ηλεκτρολόγοι, Μηχανικοί,
Υδραυλικοί, Οικοδόμοι, Εστιάτορες Αρχιμάγειροι
κ. ά. Κι όλοι αυτοί, είναι παιδιά αυτής της
πρώτης γενιάς που στερήθηκαν πολλά οι ίδιοι για
να προσφέρουν τόσα στα παιδιά τους!
Τα καμαρώνουν στην
Ορκωμοσία όταν παίρνουν το πολυπόθητο «Χαρτί»,
βάζοντας φωτογραφίες στις εφημερίδες! Είναι το
επισφράγισμα των κόπων τους, το έπαθλο των
θυσιών τους! Χαλάλι όλα! Το παιδί τους πέτυχε!
Δεν θα
βασανίζεται στη ζωή του όπως αυτοί!
Ο Γάμος των παιδιών
τους, είναι το Αποκορύφωμα της Περηφάνιας τους!
Πολλοί, υποθήκευσαν ακόμα και το σπίτι τους για
να είναι λαμπρός ο γάμος τους! Και τα καμαρώνει
ο γονιός δακρυσμένος! Άξιζαν οι κόποι,
άξιζαν όσα τράβηξαν, όσα στερήθηκαν αυτοί οι
γονείς.
Τα παιδιά τους
πέτυχαν! Είναι ευτυχισμένα!
Τα βοηθάνε
και στην αγορά του σπιτιού τους, στην επίπλωση,
σε όλα!
Και κάποια
στιγμή, Ω ευτυχία, έρχονται τα εγγονάκια! Κι οι
γονείς, για μια ακόμα φορά παραμερίζουν τον
εαυτό τους, ξαναγυρίζουν στην μετρημένη ζωή και
στις οικονομίες!
Κι αρχίζουν
να φροντίζουν με λατρεία τα εγγόνια τους!
ΟΧΙ, όχι, τα εγγόνια
τους ΔΕΝ θα μεγαλώσουν σε ξένα χέρια όπως τα
δικά τους παιδιά!
Κι αρχίζει άλλος
αγώνας! Η Μαμά, πηγαίνει τα παιδιά στον
παππού και τη γιαγιά νωρίς το πρωί και πάει
ξέγνοιαστη να τα πάρει το βράδυ, χαρούμενα,
περιποιημένα, καλοταϊσμένα και τα ρουχαλάκια
τους πλυμένα καθαρά!
Θα πάρει
και την κατσαρόλα ή το ταψί, με σπιτίσιο φαγητό
να φάνε το βράδυ!
Έτσι διαθέτει τα
περισσότερα χρόνια της αφότου βγήκε στη σύνταξη
η πρώτη γενιά!
Τα αφιερώνει, ξανά,
στην οικογένεια!
Να
μεγαλώσουν τα εγγόνια, να τα πηγαινοφέρνουν στο
Σχολείο, να τα πηγαίνουν στην Εκκλησία, στο
Πάρκο, στο Γιατρό, στα σπορ, να ζουν
αποκλειστικά για αυτά!
Τα
μαθαίνουν Ελληνικά, με τραγουδάκια, παιχνίδια,
παραμύθια, χορούς.
Όλα αυτά που δεν
μπόρεσαν να προσφέρουν στα δικά τους παιδιά, τα
προσφέρουν τώρα στα εγγόνια! Μα τα χρόνια
περνούν γρήγορα.
Πότε κιόλας μεγάλωσε
ο μπόμπιρας και πάει Σχολείο…και πάει Γυμνάσιο!
Αλλάζουν τα
ενδιαφέροντα τους, οι ασχολίες τους, οι φίλοι
τους! Κι αργότερα στις Μεγάλες Σχολές!
Φυσικά αγαπούν πολύ τον παππού και την γιαγιά.
Μα τώρα, είναι πολύ…busy
«δεν
έχουν χρόνο» για αυτούς!
Κι οι γέροντες,
γεμίζουν τα Κλαμπ Ηλικιωμένων, όπου μοιράζονται
τους καημούς τους με τους άλλους, όπου
μιλάνε για τη ζωή.
Αυτή τη ζωή που….δεν
κατάλαβαν πότε έφυγε, ούτε και πού πήγε…
ΚΙ απ΄ τη
μια μέρα στην άλλη έγιναν, 70, 75…80 χρονών και
βάλε!
Στις εφημερίδες, δεν
υπάρχουν πια Νυφικές φωτογραφίες και Ορκωμοσίας
αποφοίτησης από Ανώτερες Σχολές.
Τώρα,
σελίδες ολόκληρες σε κάθε έκδοση, με φωτογραφίες
αυτών που έφυγαν.
Κι έτσι
όπως ήρθαμε ομαδικά, έτσι ομαδικά φεύγουμε πια…
Τα πέντε
χρόνια για τα οποία ήρθαμε όλοι, έχουν γίνει
πέντε δεκαετίες και άνω…
Εδώ κι ο Παντοτινός
Ύπνος.
Με την ελπίδα, ότι θα
περνούν κάποτε τα παιδιά ή τα εγγόνια να αφήνουν
ένα λουλούδι κι ίσως, να ανάψουν κι ένα κερί!
Συνοψίζοντας, ας
κάνουμε ένα σύντομο απολογισμό:
Στα στενά
περιθώρια μιας διάλεξης, έγινε γενική αναφορά
στην προσφορά της πρώτης γενιάς Ελλήνων
Μεταναστών στην Αυστραλία σε κάθε τομέα.
Αυτά τα παιδιά του
Βουνού και του Κάμπου, που στην πλειοψηφία τους
ήρθαν εδώ χωρίς καμία γνώση, κανένα προσόν,
καμιά στήριξη, δεν χάθηκαν μέσα στον κυκεώνα της
άγνωστης και αφιλόξενης, τότε, Χώρας. Δεν
παραστράτησαν, δεν πήραν τον κακό δρόμο. Με το
κεφάλι ψηλά, χωρίς καθοδήγηση από Πατέρα ή Μάνα,
με ήθος κι εντιμότητα, μεγαλούργησαν!
Δημιούργησαν οικογένεια, έβγαλαν άξια, εργατικά
παιδιά.
Κράτησαν την
Ελληνικότητα τους, την Γλώσσα τα Ήθη και τα
Έθιμα τους.
Τα μετέδωσαν στην
δεύτερη αλλά και στην τρίτη γενιά.
Συμμετείχαν
ενεργά και προσέφεραν σε όλες τις εκφάνσεις της
ζωής στην Αυστραλία.
Πρόσφεραν
και δημιούργησαν σε κάθε τομέα.
Χωρίς ποτέ να ξεχνάνε
την πατρίδα που άφησαν πίσω. Αρωγοί σε κάθε
περίσταση.
Η πρώτη
γενιά, κέρδισε με το σπαθί της το σεβασμό και
την εκτίμηση της Αυστραλιανής Κοινωνίας! Δεν
είναι πια οι
bloody
wogs
της δεκαετίας του -50 και του -60!
Είναι
ισάξια και ισότητα μέλη της όμορφης Χώρας που
ζούμε!
Σήμερα, στην
τρίτη ηλικία, απολαμβάνουν τους μόχθους και τους
κόπους τους υλικούς αλλά κυρίως Ηθικούς!
Εν κατακλείδι,
μπορούμε να πούμε πως η Αυστραλία πρόσφερε στον
Μετανάστη αυτό που δεν είχε να του προσφέρει η
Πατρίδα του. Εργασία, Προοπτικές, Ευκαιρίες!
Κι ο Μετανάστης
πρόσφερε στην Αυστραλία τον Εαυτό του!
Όμως, η Μεγαλύτερη
προσφορά του, είναι ό,τι πιο Μεγάλο, πιο
Ιερό πιο Πολύτιμο είχε!
Είναι τα
παιδιά του! Τα παιδιά των παιδιών του κι αυτά
που θα έρθουν!
Αυτή είναι
η ανεκτίμητη προσφορά της πρώτης γενιάς Στην
Αυστραλία!
Οι ρίζες
που έριξε πολύ βαθιές!
Η ευχή του
Πατέρα και της Μάνας που πήραν φεύγοντας για
φυλακτό, έγινε το Στήριγμα και η Δύναμη τους!
Ένα ακόμα
Ζακυνθινό τετράστιχο που δείχνει το τίμημα αυτής
της προσφοράς:
Τον άνθρωπο
στην ξενιτιά/ Όλοι τόνε ξεχνούνε
Σαν
εκκλησιά στην έρημο/ που δεν την λειτουργούνε.
Θα
κλείσω, με λίγους δικούς μου στίχους που
γράφτηκαν πολλά χρόνια πίσω.
Μετανάστριες
Μάτια
θαμπά, θλιμμένα
Κορμιά σκυφτά
Πρόσωπα,
από
τον πόνο χαραγμένα
Βαμμένα
κόκκινα,
μαύρα
μαλλιά.
Και στην
ψυχή,
Όνειρα
χίλια μαραμένα.
Όμως
Όλα δεν
πήγανε χαμένα
Απ΄ όλες
μια,
εγγόνι στην
ποδιά κρατεί!
Σαν το
κοιτάζει, του μιλεί
Σκύβει και
το γλυκοφιλεί
Τριαντάφυλλα ανθίζουν στη μορφή!
Κι η νιότη,
ξαναζεί!
Σας
Ευχαριστώ πολύ!
Διονυσία
Μούσουρα
|