ΜΕΡΟΣ
Α’
Οι
περισσότεροι Έλληνες θα θεωρήσουν ανόητο ένα
τέτοιο ερώτημα, ίσως από άγνοια πως έχει τεθεί
με αρνητική θέση και με δήθεν επιστημονικό τρόπο
από τον Αυστρο-γερμανό περιηγητή, δημοσιογράφο,
εκπαιδευτικό, πολιτικό, εμπειρικό ιστορικό και
εργαζόμενο πολλών άλλων επαγγελμάτων, τον
Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράιερ (ή Φαλμεράγιερ) από τη
δεκαετία του 1830. Ήταν ένα άτομο
με δίψα για μάθηση και γνώση. Από φτωχό
βοσκόπουλο στο κοπάδι του πατέρα του αλλά με
σιδερένια θέληση και πείσμα, κατάφερε να
αποκτήσει μια εκπληκτική μόρφωση και να μάθει
πολλές ξένες γλώσσες. Στις πρώτες του εργασίες
και ως το 1827 που έγραψε την «Ιστορία της
Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας» (Geschichte des
Kaiserthums von Trapezunt), ο συγγραφικός του
λόγος διακρίνονταν, παρά την κάποια υποβόσκουσα
αντιπάθειά του για τον Έλληνα της νεότερης
εποχής, για την κριτική και επιστημονική, θα
λέγαμε, ανάλυσή τους. Στις έρευνές του εφάρμοζε,
χωρίς να είναι εξειδικευμένος ιστορικός,
αντικειμενικά κατά το δυνατόν
κριτήρια αξιολόγησης των αποτελεσμάτων των
ερευνών του.
Στη
δεκαετία του 1830 έγινε η μεγάλη μεταστροφή.
Πρέπει, όπως γίνεται και σήμερα με τους
δημοσιογράφους μεγάλων εκδοτικών συγκροτημάτων,
να «έπεσε πολύ χρήμα» σε μια προσπάθεια κάποιων
κρατών και διανοουμένων να αντιστρέψουν τις
ιδεολογικές θέσεις θαυμασμού και αγάπης των
Ευρωπαίων πολιτών προς την Ελλάδα, στη διάρκεια
και μετά την Επανάσταση του 1821. Στη
Γερμανία αυτός ο θαυμασμός, με βάση τα
επιτεύγματα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού,
είχε λάβει τη μορφή θρησκευτικής πίστης και
λατρείας. Αυτό το ευνοϊκό για την
Ελλάδα κλίμα, αποτελούσε κίνδυνο για τις μέχρι
τότε πολιτικές θέσεις και τους στόχους της
«Ιερής Συμμαχίας» του Μέτερνιχ και των ευρωπαίων
μοναρχών, οι οποίοι αναδείχτηκαν μετά την ήττα
του Ναπολέοντα και επιδίωκαν τη σωτηρία της
καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η Ελληνική
Επανάσταση έδωσε το θανάσιμο πλήγμα για να
αρχίσει αυτή η κατάρρευση, αλλά και με το πρώτο
δημοκρατικό της σύνταγμα η Ελλάδα αποτελούσε
επικίνδυνο υπόδειγμα για την υφιστάμενη
ευρωπαϊκή «Τάξη Πραγμάτων». Τότε βρέθηκε ο
«χρήσιμος» Φαλμεράιερ, ο αυτοδημιούργητος
διανοούμενος για να πείσει τους ευρωπαίους
θαυμαστές του ελληνικού πολιτισμού ότι είχαν
υποστεί την ασθένεια «της τοξικής
αρχαιολατρίας». Ήταν ο κατάλληλος διανοούμενος
και ερευνητής, σαν τους δήθεν ιδεολόγους
πολιτικούς με λαϊκή καταγωγή οι οποίοι, κατά την
έκφραση του Λένιν, «είναι τα παιδιά της
πλύστρας» και γίνονται εύκολα πιστευτοί από τους
λαούς.
Η
ίδια μεθοδολογία προπαγάνδας ακολουθήθηκε και
από τους δικούς μας «στρατευμένους»
εθνομηδενιστές του ακραίου, του αχαλίνωτου
διεθνισμού (παγκοσμιοποίησης), κυρίως από το
1975, με κορύφωση αυτής της ιδεολογίας
«Αναθεώρησης της Ιστορίας» στο τέλος της
δεκαετίας του 1990 από μικρή ομάδα ελλήνων
πανεπιστημιακών καθηγητών. Είναι όλοι αυτοί οι
κρατικοδίαιτοι οι οποίοι, στις αρχές του 2000,
κυκλοφόρησαν τις μεταφράσεις στα ελληνικά των
δυο βασικών βιβλίων του Φαλμεράιερ για τη
φυλετική ασυνέχεια του ελληνισμού. Είναι τα δυο
ευαγγέλιά τους. Ισχυρίζονται ότι όχι μόνο δεν
είμαστε «εξ αίματος» («εκ φύσεως», όπως θα έλεγε
ο Ισοκράτης) γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων
Ελλήνων, αλλά δεν είμαστε ούτε κατ’ όνομα
Έλληνες, ενώ και τα αρχαία ελληνικά είναι «μια
νεκρή και ξένη γλώσσα». Συνεπώς,
δεν έχουμε κληρονομικά δικαιώματα στον
απαράμιλλο ελληνικό πολιτισμό, διότι
προσποιηθήκαμε ότι πιστεύουμε το «παραμύθι» των
Ευρωπαίων πως καταγόμαστε από τους αρχαίους
Έλληνες «για να τα ‘κονομήσουμε».
Μερικοί
αναγνώστες θα διερωτηθούν γιατί αυτή η επίμονη
συζήτηση γίνεται για την αλλοίωση των βιολογικών
χαρακτηριστικών μόνο των Ελλήνων και αποφεύγεται
συστηματικά για τους άλλους ευρωπαϊκούς λαούς!
Οι επιμειξίες των λαών είναι ένα γενικευμένο και
παγκόσμιο γεγονός. Τα αρχέγονα φυλετικά
χαρακτηριστικά ενός λαού ή μιας ομάδας ατόμων,
μπορούν ίσως να επιβιώσουν σε εντελώς
απομονωμένους πολιτισμούς. Αποδεδειγμένα,
σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες από διεθνείς ομάδες
επιστημόνων μοριακής βιολογίας και γενετικής,
για τις οποίες αργότερα θα μιλήσουμε
εκτενέστερα, οι άλλοτε απομονωμένοι στα
απόκρημνα χωριά τους κάτοικοι της Σικελίας και
της Grecia Salentina
της Ιταλίας ή οι
ορεσίβιοι Καλάς του Αφγανιστάν, είχαν παλαιότερα
λόγω γεωγραφικής απομόνωσης, περισσότερα
φυλετικά χαρακτηριστικά των αρχαίων Ελλήνων σε
σύγκριση με εμάς, τους κατοίκους του ελλαδικού
χώρου. Διατήρηση αναλλοίωτων προγονικών
χαρακτηριστικών ίσως διατηρούν ακόμα κάποιες
άγριες ή άγνωστες φυλές π.χ. στα δάση του
Αμαζονίου. Όμως, στην Ευρώπη δεν υπάρχει κράτος
το οποίο να μην έχει υποστεί τις επιδράσεις της
μείξης των φυλών και των πολιτισμών.
Αν πίσω από
τη θεωρία της φυλετικής ασυνέχειας των Ελλήνων
δεν υπήρχαν οι πολιτικοί και γεωστρατηγικοί
λόγοι της Ρωσίας και το άφθονο χρήμα (κυρίως με
τη διαμεσολάβηση του Ρώσου στρατηγού
Όστερμαν-Τολστόι, του μόνιμου συνοδού στις
πολυδάπανες περιηγήσεις του Φαλμεράιερ), ο
Αυστρο-γερμανός περιηγητής και συγγραφέας θα
μπορούσε, ως αντικειμενικός ερευνητής των
φυλετικών χαρακτηριστικών των ευρωπαϊκών λαών,
να αρχίσει την έρευνα από τη δική του χώρα. Είχε
την ευχέρεια και τη δυνατότητα, με μικρό κόστος,
να ερευνήσει τις προγονικές ρίζες των γερμανικών
φυλών αλλά και των κατοίκων των άλλων ευρωπαϊκών
λαών, που αναμείχθηκαν με αραβικές (Μαυριτανοί)
και μογγολικές (Ούννοι) φυλές. Αυτή την
κακόβουλη θεωρία του Φαλμεράιερ
την αποστήθισαν αυτολεξεί και οι Έλληνες
εθνομηδενιστές, όπως θα δούμε σε μεταγενέστερα
κείμενα αυτού του άρθρου.
Σήμερα, οι
περισσότεροι έγκριτοι ειδικοί επιστήμονες
διαφόρων ειδικοτήτων παραδέχονται ότι, οι
επιμειξίες στις φυλές της Ευρώπης ήταν τόσο
εντυπωσιακές, ώστε δεν είναι δυνατόν να
εκτιμηθούν με ακρίβεια (δεδομένου ότι δεν
υπάρχουν πληροφορίες στις άγνωστες και
εξαφανισμένες ευρωπαϊκές γλώσσες, όπως η Κελτική
και η Γαλατική), τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των
λαών της Δυτικής Ευρώπης.
Στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη οι ασάφειες
είναι μεγαλύτερες. Σε αυτές τις κατά πλειοψηφία
γερμανόφωνες περιοχές δεν υπήρχε γραπτός λόγος
ως το τέλος του Μεσαίωνα και γι’ αυτό δεν έχουμε
σχεδόν ως την Αναγέννηση ιστορικά, φιλοσοφικά,
λογοτεχνικά κ. ά. κείμενα σε εθνικές γλώσσες,
όπως στην Ελλάδα του 7ου π. Χ. αιώνα.
Στην Ελλάδα, με μια διαφορά δυο χιλιάδων ετών,
υπήρχε μια εκπληκτική πνευματική ανάταση, από
την μετα-ομηρική εποχή, χάρη στο γραπτό λόγο..
Στην Κεντρική
και Βόρεια Ευρώπη, η μετά τον 2 μ. Χ. αιώνα
εμφάνιση της ρουνικής γραφής με τους υποτυπώδεις
συμβολισμούς της, ήταν τελείως ακατάλληλη για
ανάπτυξη ιστορικών, λογοτεχνικών ή φιλοσοφικών
κειμένων. Γι’ αυτό, ότι γνωρίζουμε για τη μείξη
και ιστορία των γερμανικών λαών έχει τις ρίζες
του σε σκανδιναβικούς θρύλους και στο γερμανικό
μυθικό έπος των Νιμπελούνγκεν (στο οποίο
βασίζεται και η μουσική τετραλογία του Βάγκνερ
«Το δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν»-
Der Ring des Nibelungen)
ή σε ρωμαϊκά κείμενα και κυρίως στο βιβλίο του
Τάκιτου «Germania
ή De Origine et situ Germanorum». Πάντως,
είναι ιστορικά επιβεβαιωμένη η φυλετική ανάμειξη
των Ούννων με τους Οστρογότθους (τον ανατολικό
κλάδο των Γότθων), τους προγόνους των
προαναφερόμενων λαών της Ευρώπης.
Τα αρχαιότερα
χειρόγραφα του βιβλίου του Τάκιτου έψαχνε με
μανία ο Χίμλερ στην Ιταλία κατά τη ναζιστική
περίοδο, για να αναδείξει τα αναλλοίωτα
βιολογικά χαρακτηριστικά της άριας
γερμανικής φυλής, όπως π, χ. τα γαλανά μάτια, το
γεροδεμένο σώμα, το θάρρος στους πολέμους, την
αυτοπειθαρχία και την απόλυτη υποταγή στους
ηγέτες κλπ, αλλά θα έπρεπε να αποσιωπούνται τα
στοιχεία βαρβαρότητας, όπως π. χ. ότι έτρωγαν
ανθρώπινο κρέας, για τη βρωμιά και δυσωδία στις
άθλιες κατοικίες τους, για την απουσία
κοινωνικής και οικογενειακής οργάνωσης κ. ά.
παρόμοια που απαριθμεί ο Τάκιτος. Η περίπτωση
των Γερμανών αλλά και των Ελλήνων (διχόνοιες,
άναρχη ατομικότητα, απροθυμία σεβασμού των
νόμων, μειωμένη ομαδική ευθύνη, αλλά και
προτερήματα όπως π. χ. η αρραγής οικογενειακή
συνοχή, η φιλοξενία, το φιλότιμο κ. ά.),
δείχνει ότι, στις επιμειξίες
των λαών υπάρχει ένας σταθερός
πυρήνας γονιδίων του λαού που πολιτιστικά
αφομοιώνει και ενσωματώνει τους άλλους στον
βασικό κοινωνικό κορμό. Χάρη σ’ αυτόν τον πυρήνα
διατηρούνται ορισμένα χαρακτηριστικά στην
εξωτερική εμφάνιση, στη νοοτροπία και στην
ψυχοσύνθεση των πολιτών στις επόμενες γενιές.
Μιλήσαμε πιο
πάνω για το φιλότιμο. Είναι μια λέξη που είναι
άγνωστη σε όλους τους άλλους λαούς και για να
ερμηνευθεί σε βάθος χρειάζονται δεκάδες άλλες
λέξεις και φράσεις. Ο σημερινός Έλληνας το
νιώθει σαν εσωτερική ανάγκη, ως συμπλήρωμα της
προσωπικότητάς του και είναι εκπληκτικό πως
υπάρχει σ΄ αυτό μια συνέχεια από την αρχαιότητα.
Ο Θαλής ο Μιλήσιος, ο πρώτος από τους εφτά
αρχαίους φιλόσοφους που γεννήθηκε τον 7ο
π. Χ. αιώνα (πριν από 27 αιώνες), δήλωνε
περήφανος που γεννήθηκε Έλληνας και πως, κανένας
δεν μπορεί να θεωρείται Έλληνας
αν δεν έχει την αίσθηση του φιλότιμου.
Κι’ αυτό διότι, όπως πίστευε, «το φιλότιμο στον
Έλληνα είναι σαν την αναπνοή». Χρειάζεται μήπως
καλύτερη απόδειξη της κληρονομικής μεταβίβασης
του φυλετικού γονιδιώματος στους σημερινούς
Έλληνες;
Για τη
φυλετική καθαρότητα των λαών θα μιλήσουμε
εκτενέστερα και στα επόμενα κείμενα του παρόντος
άρθρου.
ΜΕΡΟΣ
Β’
Θα ήταν
ανιστόρητος ισχυρισμός ότι οι Έλληνες ξέφυγαν
από την πολεμική και επεκτατική μεταναστευτική
επιμειξία των λαών. Αλλά και οι ίδιοι οι
Έλληνες, από τα βάθη του Εύξεινου Πόντου και ως
το Γιβραλτάρ άφησαν ανεξίτηλα αποτυπώματα του
DNA
τους. Το επιβεβαιώνουν οι
τελευταίες διεθνείς βιολογικές έρευνες. Πριν από
λίγα χρόνια οι Μασσαλιώτες γιόρτασαν με
λαμπρότητα και περηφάνια την ίδρυση της πόλης
τους από τον Πυθέα. Όλοι οι λαοί μπολιάστηκαν με
τα βιολογικά χαρακτηριστικά άλλων φυλών, αλλά
τελικά η διαμόρφωση ενός εθνικού βιολογικού
προτύπου επιτυγχάνεται από την αφομοιωτική
δύναμη των πολιτιστικών στοιχείων, όπως είναι
για τους Έλληνες η γλώσσα των 4000 ετών και η
Ιστορία τους.
Και μόνο το
γεγονός ότι στην Ελλάδα αλλά και στους εκτός
Ελλάδας Έλληνες διατηρήθηκε από τη Μινωική
εποχή, για τέσσερις χιλιετίες, μια γλώσσα που
παραμένει ακόμα ζωντανή, δίνει στη σύγχρονη
Ελλάδα το πολιτιστικό δικαίωμα της
αποκλειστικότητας όλης της αρχαιοελληνικής
κληρονομιάς. Κι’ αν ακόμα ήταν αληθινά τα
ρατσιστικής μορφής «αιματολογικά τεκμήρια» των
θεωριών Φαλμεράιερ, των ναζιστών της Γερμανίας
και των ελλήνων εθνομηδενιστών και πάλι κανένας
δεν μπορεί να αποκλείσει το νόμιμο και απόλυτο
κληρονομικό δικαίωμα από το υιοθετημένο (μη
γνήσιο) παιδί, το οποίο μιλά τη γλώσσα του
πατέρα του, κάθεται στο σπίτι του και κατέχει
την πλούσια βιβλιοθήκη με βιβλία γραμμένα στην
ίδια γλώσσα. Αυτή την αθάνατη γλώσσα οι
αναθεωρητές της Ιστορίας τη θεωρούν ως «νεκρή»,
διότι γνωρίζουν την κεφαλαιώδη σημασία της στην
αδιάκοπτη συνέχεια της πορείας του ελληνισμού.
Επειδή αυτός ο μύθος των εθνομηδενιστών με
απασχόλησε έντονα, αποφάσισα να πειραματιστώ με
τη χρήση της νέας τεχνολογίας για να διαπιστώσω
τα αποτελέσματα αυτού του «θανάτου».
Σε παλαιότερο άρθρο μου με τίτλο
«Η αρχαία ελληνική είναι μια ξένη γλώσσα;»,
έκανα μια σύγκριση (με τη χρήση του ηλεκτρονικού
μου υπολογιστή) της αττικής διαλέκτου του 5ου
π. Χ. αιώνα με τη σημερινή δημοτική γλώσσα.
Παράθεσα ένα συνεχόμενο κείμενο 70 λέξεων από
την αρχή του πρώτου βιβλίου της Ιστορίας του
Θουκυδίδη. Με μια τελείως απλή και γλωσσικά
ανώδυνη γραμματολογική προσαρμογή (απάλειψη του
τελικού «ν», αντικατάσταση του «ξ» με το «σ» σε
δυο λέξεις, μετατροπή κάποιου «ω» σε «ο») ο
ηλεκτρονικός υπολογιστής «αναγνώρισε» ότι, οι 65
λέξεις ταυτίζονται εννοιολογικά με τις λέξεις
της Δημοτικής που ομιλείται σήμερα. Ένας πολίτης
που έχει επίπεδο μόρφωσης πάνω από τη στοιχειώδη
εκπαίδευση, θα γνωρίζει ασφαλώς και την έννοια
αλλά και τη διαφοροποιημένη χρήση στη
νεοελληνική γλώσσα και των 5 λέξεων (αρξάμενος,
προγενημένων, Έλλησιν, εγένετο, τινί) τις οποίες
δεν αναγνώρισε ο υπολογιστής. Αυτή λοιπόν, κατά
τους αναθεωρητές της ιστορίας, είναι η «νεκρή»
αρχαία ελληνική γλώσσα;
Οι αναγνώστες που
ενδιαφέρονται για πληρέστερη ενημέρωση των
αποτελεσμάτων του «πειράματος», μπορούν να
αναζητήσουν το προαναφερόμενο άρθρο στους
παρακάτω συνδέσμους της εφημερίδας των Σερρών «Η
ΠΡΟΟΔΟΣ» και της «ΝΕΑΣ ΠΡΩΙΝΗΣ» της Νέας Υόρκης:
https://www.eproodos.gr/post/i-arhaia-elliniki-einai-mia-xeni-glossa
και
https://neaproini.us/2018/03/12/archea-ellinika-to-skotino-schedio-ton-anatheoriton-enantion-tis-glossas-mas/
Στο Α’
Μέρος του άρθρου έχουμε αναφερθεί στη θεωρία του
Γιάκομπ Φαλμεράιερ, στην οποία ο συγγραφέας
αναπτύσσει, με υποθέσεις, διάφορα εμπειρικά
επιχειρήματα προσπαθώντας να αποδείξει ότι οι
σημερινοί Έλληνες «δεν έχουν ούτε σταγόνα
αίματος από τους αρχαίους Έλληνες» και φυλετικά
έχουν εξαφανιστεί χωρίς να υπάρχουν πλέον
απόγονοί τους. Τις διαπιστώσεις του αυτές, μετά
από πολύχρονες περιηγήσεις και ταξίδια σε πολλές
χώρες του κόσμου και φυσικά στην Ελλάδα και στη
Μικρά Ασία, τις διατύπωσε στο βιβλίο του με
τίτλο «Ιστορία της χερσονήσου της Πελοποννήσου
κατά τους Μεσαιωνικούς Χρόνους» (Geschichte
der Halbinsel Morea während
des Mittelalters). Σ’
αυτό ισχυρίζεται ότι:
«Η
Ελληνική φυλή έχει τελείως εξολοθρευθεί από την
Ευρώπη. Η φυσική ομορφιά, το μεγαλείο του
πνεύματος, η απλότητα των συνηθειών, η
καλλιτεχνική δημιουργία, οι αθλητικοί αγώνες, οι
πόλεις, τα χωριά, το μεγαλείο των μνημείων και
των αρχαίων ναών, ακόμα και το όνομα του λαού,
έχουν εξαφανισθεί από την Ελλάδα …[ ]… Ούτε μία
απλή σταγόνα αίματος, γνησίου ελληνικού αίματος,
δεν τρέχει στις φλέβες των χριστιανών κατοίκων
της σημερινής Ελλάδας. Μια τρομερή καταιγίδα
διασκόρπισε ως την πιο απόμακρη γωνιά της
Πελοποννήσου μια νέα φυλή, συγγενή προς την
μεγάλη φυλή των Σλάβων. Οι
Σκύθες/Σλάβοι, οι Ιλλυριοί/Αρβανίτες, οι
συγγενικοί λαοί με τους Σέρβους και τους
Βουλγάρους, είναι εκείνοι που τώρα ονομάζουμε
Έλληνες. Ένας λαός με σλαβικά χαρακτηριστικά,
τοξοειδείς βλεφαρίδες και σκληρά χαρακτηριστικά
Αλβανών βοσκών του βουνού, που φυσικά δεν
προέρχεται από το αίμα του Νάρκισσου, του
Αλκιβιάδη και του Αντίνοου. Μόνο μια δυνατή
ρομαντική φαντασία μπορεί να ονειρεύεται ακόμα
μια αναγέννηση των αρχαίων Ελλήνων …[ ]… Ένα
διπλό στρώμα από ερείπια και ο βόρβορος δυο νέων
και διαφορετικών λαών σκεπάζει τους τάφους των
αρχαίων Ελλήνων. Τα αθάνατα έργα του αρχαίου
ελληνικού πνεύματος και μερικά ερείπια, που
βρίσκονται στην Ελλάδα, αποτελούν τώρα τη μόνη
απόδειξη πως πριν από πολλά χρόνια υπήρχε ένας
λαός σαν τους Έλληνες».
Ποιος είπε
ότι δεν γίνονται τέτοια θαύματα; Οι άλλοι λαοί,
οι Σλάβοι και οι Αλβανοί ζούσαν και
μακροημέρευαν! Μόνον από αυτούς τους βιολογικά
και πολιτιστικά εκφυλισμένους Έλληνες δεν έμεινε
ούτε ένας, ούτε μια σταγόνα από το αίμα τους,
για να θυμίζει πως «πριν από πολλά χρόνια
υπήρχε ένας λαός σαν τους Έλληνες»! Το
ρατσιστικό παραλήρημα του Φαλμεράιερ, με τα
στοιχεία πάθους και μίσους για την απαίσια
αλβανική εξωτερική εμφάνιση των Ελλήνων, μας
θυμίζει την ίδια παθιασμένη συμπεριφορά των
γερμανικών ΜΜΕ (Bild,
Die Welt,
Spiegel,
Focus).
Στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης το
2010-2011, θυμήθηκαν τη θεωρία του και
απαιτούσαν «να εκδιωχθούν οι Έλληνες απατεώνες
από την ευρωοικογένεια, διότι δεν ήταν Ευρωπαίοι
και δεν είχαν ούτε σταγόνα αίματος από τον
Πλάτωνα και τον Περικλή». Μάλιστα, είχαν
διαφοροποιήσει και το επιχείρημα του Φαλμεράιερ
«ότι πλην των Σλάβων και των Αλβανών, κατέκλυσαν
την Ελλάδα και μη γνήσιοι Έλληνες αλλά
«ελληνόφωνοι Βυζαντινοί», χαρακτηρίζοντας τους
σημερινούς Έλληνες ως Τούρκους.
Με τα
σύγχρονα ηλεκτρονικά εργαλεία γενετικής έρευνας,
έχει αποδειχθεί σήμερα (το παραδέχονται και οι
ερευνητές του πανεπιστημίου της Άγκυρας) ότι
συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Η θρησκευτική
απαγόρευση στις μουσουλμάνες να παντρεύονται
χριστιανούς, ενώ αντίθετα με το παιδομάζωμα,
τους βίαιους ή ηθελημένους αναρίθμητους
εξισλαμισμούς Ελλήνων, την ελευθερία των Τούρκων
να παντρεύονται Ελληνίδες (η μάνα του Μωάμεθ του
Πορθητή ήταν από τη Χίο) και με τον διάσπαρτο
ελληνισμό σε όλη τη Μικρά Ασία, όλα αυτά
συντέλεσαν στο «μπόλιασμα» του τουρκικού λαού με
εντυπωσιακό ελληνικό
DNA. Αλλά και οι Έλληνες
Γενίτσαροι παντρεύονταν μουσουλμάνες. Ο
εξισλαμισμένος μέγας βεζίρης Ιμπραήμ από την
Πάργα, παντρεύτηκε την αδερφή του Σουλεϊμάν του
Μεγαλοπρεπή. Τα στοιχεία και από τα εργαστήρια
Γενετικής και Βιολογίας είναι πλέον αδιάσειστα!
Υπήρξαν
δυσμενείς κριτικές για τα ατεκμηρίωτα
επιχειρήματά του Φαλμεράιερ στο προαναφερόμενο
βιβλίο από πολλούς και σοβαρούς ευρωπαίους
πανεπιστημιακούς καθηγητές ιστορίας και κλασικής
φιλολογίας. Πολλοί επικριτές
καυτηρίασαν το έργο του θεωρώντας το βαθιά
ιδεολογικό, με στόχο πολιτικές φιλοδοξίες και
ιδιοτελή κίνητρα. Εκτός από τους μεγάλους
Έλληνες ιστορικούς της εποχής, όπως ο Κ.
Παπαρρηγόπουλος και ο Κ. Σάθας και ξένους (όπως
π.χ. ο Βαρθολομαίος Κόπιταρ), εκείνοι επίσης που
κονιορτοποίησαν τα επιχειρήματά του
Φαλμεράιερ ήταν ο, ειδικός σε θέματα μεσαιωνικής
ελληνικής ιστορίας, διάσημος γερμανός καθηγητής
Karl Hopf
και η Βαυαρική Ακαδημία Επιστημών και Κλασικών
Μελετών. Θεώρησαν ότι τα κείμενά του βασίζονται
στις ιδεολογικές του θέσεις και περιέχουν
υποκειμενικές και αντιεπιστημονικές απόψεις.
Άλλος πολέμιος της θεωρίας του ήταν ο Βαυαρός
ελληνιστής, πολιτικός και καθηγητής φιλολογίας
Friedrich Thiersch,
μια μεγάλη μορφή των γερμανικών γραμμάτων,
γνωστός με το προσωνύμιο «ο δάσκαλος της
Βαυαρίας». Στην Ελλάδα τον ξέρουμε με το
εξελληνισμένο όνομα του Ειρηναίου Θείρσιου. Ο
μεγάλος ιστορικός Απόστολος Βακαλόπουλος,
συγγραφέας εξαιρετικού βιβλίου για τον Σερραίο
αρχιστράτηγο των μακεδονικών δυνάμεων στην
Επανάσταση του 1821 Εμμανουήλ Παπά, μας
πληροφορεί ότι ο γιος του ήρωα, ο Αναστάσιος
Παπάς, είχε με τον Θείρσιο τακτική αλληλογραφία
και κοινωνικές σχέσεις δασκάλου προς μαθητή.
Οι
προσωπικές λεκτικές ή σωματικές επιθέσεις
γερμανών πολιτών εναντίον του (λέγεται ότι στη
Βαυαρία κάποια νεαρά άτομα τον πετροβόλησαν),
τον ανάγκασαν να δημοσιεύσει και το δεύτερο
βιβλίο του με συμπληρωματικά στοιχεία και
πληροφορίες, με τίτλο «Περί της καταγωγής των
σημερινών Ελλήνων». Όμως, αν μπορούσε να ζήσει
σε κάποιους μεταγενέστερους αιώνες, θα
διαπίστωνε ότι η πρόοδος της επιστήμης βρήκε τα
«εργαλεία» που ανακαλύπτουν τις αλήθειες. Όπως
θα διαπιστώσουμε, η σκόπιμη αποσιώπηση βασικών
στοιχείων στην έρευνα και η πρόοδος της
Γενετικής και της Μοριακής Βιολογίας, έδωσαν το
τελειωτικό χτύπημα στα επιχειρήματά του για
ολοσχερή εξαφάνιση της φυλής των Ελλήνων.
Η θεωρία
της φυλετικής ασυνέχειας του ελληνισμού είναι
παντελώς αντιεπιστημονική, όμως από τότε δεν
έπαψε να απασχολεί τους ερευνητές αλλά και να
την επικαλούνται κάποιοι, όταν θίγονται μεγάλα
οικονομικά ή γεωστρατηγικά συμφέροντα των κρατών
τους, «επιστρατεύοντας», με το αζημίωτο,
πρόθυμους κονδυλοφόρους των ισχυρών ΜΜΕ. Την
αλήθεια την αποκάλυψαν στα εργαστήρια
τελειοποιημένα μοντέλα
DNA,
όπως π. χ. το Globetrotter που περιγράφει
ιστορικά γεγονότα φυλετικών μείξεων σε διάστημα
μέχρι και 4500 χρόνων. Όμως, η βρώμικη λάσπη
εξακολουθεί να εκτοξεύεται από τον ανεμιστήρα,
όπως στην περίπτωση της
Bild,
της Die Welt
κ.λ.π. που έχουμε ήδη αναφέρει.
Τον Απρίλη
του 1999 πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια των
ελληνικών αιθουσών του Μητροπολιτικού Μουσείου
της Νέας Υόρκης, με την παρουσία του
πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη. Το γεγονός
δημοσιεύτηκε στα αμερικανικά ΜΜΕ. Ο
αρχισυντάκτης του εβδομαδιαίου περιοδικού
«National Review» Μ. Klinghoffer έγραψε ένα
πικρόχολο άρθρο με τίτλο «Η Ελληνική Τραγωδία»,
τονίζοντας παράλληλα ότι «οι Έλληνες είναι ρηχοί
όσο ήταν το θέατρό τους» και ότι
«είναι Τούρκοι χωρίς μουστάκια». Η ίδια εμπάθεια
με τους γερμανούς δημοσιογράφους της «Bild»!
Έχει
αποδειχθεί επιστημονικά και έχουμε εξηγήσει για
ποιο λόγο κατά τη μακρά περίοδο της Οθωμανικής
κατοχής, ο ελληνισμός δεν είχε φυλετικές
επιρροές από το τουρκικό
DNA.
Ποιός Τούρκος θα είχε την απρονοησία να
εκχριστιανισθεί και να μετατραπεί σε ραγιά;
Εκτός από τα άλλα προνόμια, υπήρχε πάντα
ο κίνδυνος για τη ζωή του. Ο αμερικανός
διπλωμάτης Τζορτζ Χόρτον έγραψε ότι, στη
διάρκεια των τριάντα χρόνων που υπηρέτησε στην
Εγγύς Ανατολή, διαπίστωσε πως μόνον ένας
μουσουλμάνος θέλησε να γίνει χριστιανός. Οι
αμερικανοί ιεραπόστολοι φοβούμενοι ταραχές και
επικίνδυνα επεισόδια, τον προέτρεψαν να αλλάξει
γνώμη διότι «δεν ωρίμασε η απόφασή του για
αλλαγή της πίστης του». Παρά ταύτα, μετά από
λίγες μέρες, οι συμπατριώτες του τον
δολοφόνησαν.
Η θεωρία
του Φαλμεράιερ ζει και βασιλεύει, χάρη στους
φανατικούς ξένους εθνικιστές και στους έλληνες
εθνομηδενιστές. Πριν όμως αγανακτήσουμε με τα
δημοσιεύματα των ξένων, ας διαβάσουμε πρώτα
καλύτερα τι έγραψαν την ίδια αυτή περίοδο (από
βασικά υπουργικά ή πανεπιστημιακά πόστα) οι
δικοί μας αναθεωρητές της ιστορίας. Τα κείμενά
τους είναι χίλιες φορές χειρότερα από αυτά της
Bild
και του Klinghoffer. Η παγκοσμιοποίηση
θριαμβεύει χάρη στους αμέτρητους αργυρώνητους
Εφιάλτες, οι οποίοι προδίδουν τα μονοπάτια που
οδηγούν στις Θερμοπύλες!
Τα μίση σε
περιόδους πολεμικών συγκρούσεων μπορούν κάπως να
δικαιολογηθούν. Στις ραδιοφωνικές εκπομπές προς
τους Άγγλους πολίτες, στη διάρκεια του Β΄
Παγκόσμιου Πολέμου, ο Τσόρτσιλ αποκαλούσε τους
Γερμανούς «Ούννους». Με την τελευταία παγκόσμια
οικονομική κρίση, οι Γερμανοί και κάποιοι άλλοι
της συνομοταξίας Klinghoffer μας αποκαλούσαν
«Τούρκους». Όμως, για θέματα
οικονομικά και κερδοσκοπικά, είναι δυνατόν με
τέτοιους άθλιους και ψεύτικούς ρατσιστικούς
χαρακτηρισμούς εχθρότητας και μίσους, να
τορπιλίζεται το όραμα για ένωση των ευρωπαϊκών
λαών και η προσπάθεια δημιουργίας μιας
υποτυπώδους ευρωπαϊκής συνείδησης και
ταυτότητας;
ΜΕΡΟΣ
Γ’
Στο
προηγούμενο κείμενο αναφερθήκαμε στο τελειωτικό
χτύπημα που έδωσε στην ατεκμηρίωτη θεωρία του
Φαλμεράιερ, η τεχνολογική πρόοδος της Γενετικής
και της Βιολογίας. Ακριβώς μισόν αιώνα μετά το
θάνατό του, η «Εγκυκλοπαίδεια Μπριττάνικα»
έγραψε, το 1911, για τις «νεότερες έρευνες» που
διέψευδαν τη θεωρία του και
με κάποια καθυστέρηση, μετά τον Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο, απαγορεύτηκε η διδασκαλία της στα
σχολεία και στα πανεπιστήμια της Δυτικής
Ευρώπης. Για αυτού του είδους τις έρευνες,
χρήσιμες και αξιόπιστες πληροφορίες μας έδωσε ο
καθηγητής Γενετικής και Μοριακής Βιολογίας του
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνος
Τριανταφυλλίδης. Με τις εργασίες του για τη
διερεύνηση του DNA
Ελλήνων, μαζί με τον
καθηγητή και ερευνητή στο Πανεπιστήμιο της
Ουάσιγκτον Γεώργιο Σταματογιαννόπουλο, αλλά και
σε συνεργασία με άλλα ερευνητικά κέντρα του
εξωτερικού (Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ των
ΗΠΑ, Παβίας της Ιταλίας και Οξφόρδης της
Αγγλίας), ασχολήθηκε από το 1960 με την
έρευνα της γενετικής σύστασης των κατοίκων της
Ελλάδας. Από τα πρώτα αποτελέσματα των ερευνών
προέκυψε πως το DNA
των Ελλήνων είναι
εγγύτερα σε εκείνο των Ιταλών. Ακολουθούν οι
Γάλλοι, μετά οι Ισπανοί, ενώ των Τούρκων
βρίσκεται πολύ μακρύτερα, παρά τους τέσσερις και
πάνω αιώνες τουρκικής
κυριαρχίας στην Ελλάδα.
Για τις
φυλετικές επιδράσεις των Ελλήνων σε άλλους
λαούς, ο καθηγητής κ. Τριανταφυλλίδης δήλωσε σε
συνέντευξή του στην εφημερίδα «:Απογευματινή της
Κυριακής» της 6 Νοεμβρίου 2005:
«Έχουμε
μελετήσει την πιθανή εξάπλωση των Αρχαίων
Ελλήνων σε όλη τη Μεσόγειο, κάτι που
επιβεβαιώνεται. Η γενετική σύσταση των κατοίκων
της Σικελίας δείχνει ότι το DNA των Ελλήνων
ανιχνεύεται κατά 37%, στους κατοίκους της Νότιας
Ιταλίας είναι 10% και στους κατοίκους της Νότιας
Γαλλίας 17%. Συγκρίναμε με απογόνους που
προέρχονται από την αρχαία Φώκαια και τη Σμύρνη,
όχι με κατοίκους της τωρινής Ελλάδας. Είναι
γνωστό πως οι άποικοι της Νότιας Γαλλίας
προέρχονται από την Αρχαία Φώκαια. Οι Αρχαίοι
Έλληνες έφτασαν σίγουρα μέχρι και την Ισπανία.
Ένα πιο εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι υπάρχει
μια μελέτη Σουηδών επιστημόνων πάνω σε λείψανα
που βρέθηκαν στη Σουηδία, Σε συνδυασμό με
αρχαιολογικά ευρήματα φτάνουμε στο συμπέρασμα,
δια της συγκριτικής μεθόδου, πως οι Μυκηναίοι
έφτασαν τότε μέχρι τη Βόρεια Ευρώπη. Υπήρξε
λοιπόν γενετική και πολιτιστική ανταλλαγή».
Ο καθηγητής
τόνισε ότι, όποιος θέλει καθαρό κράτος και
καθαρές φυλές, πρέπει να ψάξει στα εργαστήρια
και στα ποντίκια των πειραμάτων. Όμως, υπάρχει
μια συνέχεια στη γενετική σύσταση των Ελλήνων με
τους Αρχαίους και συνέχισε τις δηλώσεις του με
μια εντυπωσιακή αποκάλυψη:
«Ένα ακόμη
εύρημα είναι πως όντως έχει μελετηθεί αρχαίο
DNA. Τα αποτελέσματα του καθηγητή
Σταματογιαννόπουλου επιβεβαιώνουν τα δικά μας
ευρήματα, όπως είπαμε και παραπάνω. Μελέτησε το
αρχαϊκό DNA από την Κρήτη. Έχει ερευνηθεί DNA
από τις Μυκήνες και από την Αθήνα. Η μελέτη από
40 σκελετούς που βρέθηκαν σε σπήλαιο του χωριού
Άγιος Αθανάσιος στο Λασίθι και από τα δικά μας
ευρήματα και αποτελέσματα, έδειξε πως η γενετική
σύσταση των τωρινών κατοίκων της Κρήτης και των
Μινωιτών, δεν έχει καμιά σχέση με τη γενετική
σύσταση των Αιγυπτίων. Ο Μινωικός πολιτισμός δεν
είναι δάνειο από τους Αιγυπτίους (και συνεπώς
είναι ελληνικός)».
Εκτός από τις
καθαρά επιστημονικές έρευνες αλλά και από
εμπειρικά γεγονότα ή τεκμηριωμένα στοιχεία της
ιστορίας και αρχαιολογίας, αποδεικνύεται ο
αρχαιοελληνικός φυλετικός πυρήνας στους
σύγχρονους Έλληνες. Νοοτροπία, έθιμα ή συνήθειες
διατηρήθηκαν σχεδόν αναλλοίωτα για αιώνες.
Αναφέραμε την περίπτωση του «φιλότιμου» και το
«πείραμα» για την ελληνική γλώσσα. Υπάρχουν
πολλές περιπτώσεις εθίμων, κοινωνικών εκδηλώσεων
και γεωργικών εργασιών που επέζησαν ως και τα
μέσα του περασμένου αιώνα. Ο γάλλος ελληνιστής
και καθηγητής στην έδρα της Ελληνικής Γλώσσας
και Φιλολογίας στο πανεπιστήμιο του Παρισιού
Ρομπέρ Φλασελιέρ
(Robert Flacelière) ,
αναφέρει πολλά τέτοια παραδείγματα, αλλά ένα
είναι χαρακτηριστικό για τη μοναδικότητά του,
όπως το «φιλότιμο». Είναι και αυτό ένα ιδιαίτερο
χαρακτηριστικό μόνο των αρχαίων και των
σημερινών Ελλήνων. Στο έργο του «Η καθημερινή
ζωή στην Ελλάδα στον αιώνα του
Περικλή» (La
vie
quotidienne
en Grèce
au siècle
de Périclès)
που εκδόθηκε το 1959, γράφει για τον ξεχωριστό
τρόπο των Ελλήνων να υποδηλώνουν με νεύμα την
άρνηση με κίνηση του κεφαλιού. Ενώ σε όλους τους
άλλους λαούς του κόσμου η άρνηση γίνεται με αργή
κίνηση του κεφαλιού αριστερά/δεξιά, στους
Έλληνες, από την εποχή του Περικλή και μέχρι
σήμερα (μετά από 25 αιώνες), εκδηλώνεται με αργή
κίνηση του κεφαλιού πάνω/κάτω.
Ας
συνεχίσουμε όμως με τον Φαλμεράιερ και τα βιβλία
του. Όταν το 1827 και σε ηλικία 37 ετών έγραψε
τα συμπεράσματα των ερευνών του στο
έργο «Ιστορία της Αυτοκρατορίας της
Τραπεζούντας» (Geschichte des Kaiserthums von
Trapezunt), αποκαλύφθηκε μια εντυπωσιακή
ερευνητική εργασία. Βασισμένος, κυρίως, στα
κείμενα του Πόντιου χρονικογράφου Μιχαήλ
Πανάρετου και με επιτόπια διερεύνηση των
ιστορικών στοιχείων, είχε εμφανώς διαπιστώσει τη
φυλετική συνέχεια του ελληνισμού από την
αρχαιότητα και μέχρι σήμερα. Παράλληλα
παραδέχεται ότι τα ποντιακά είναι «αρχαία
ελληνική διάλεκτος» και τα ονομάζει «ελληνικά
ματσούκα!», αλλά (και εδώ φαίνονται τα πρώτα
σπέρματα της θεωρίας του) τα χαρακτηρίζει ως
«βυζαντινά ελληνικά» και όχι ως ελληνικά της
εποχής του Βυζαντίου. Σε κάποιο σημείο,
εκθειάζει την ελληνική φιλοξενία όταν θυμάται
την περιποίηση και την ευγένεια των Ποντίων κατά
την επίσκεψή του στη Μονή της Παναγίας Σουμελά.
Η υποδοχή τον εντυπωσίασε. Εκεί αν ήθελε είχε
την ευκαιρία, με καλόπιστη διάθεση, να συγκρίνει
τη φιλοξενία των Ποντίων με τη θεοποιημένη
φιλοξενία του «Ξενίου Διός» των αρχαίων Ελλήνων.
Γράφει ότι τον χαιρέτησαν στα ελληνικά, ήταν
χριστιανοί, του πρόσφεραν γλύκισμα και όταν τους
ρώτησε «τι θα φάει», τον διαβεβαίωσαν (το γράφει
και στα ελληνικά) ότι «έχομεν απ’ όλα». Παρά
ταύτα (και με κάποια ενδόμυχη διάθεση
κακοπιστίας), αν και αναγνωρίζει την
ελληνικότητα των Ποντίων, θεωρεί ότι «ο
βυζαντινός Έλληνας είναι το αντίθετο από εμάς
(Αυστριακούς/Γερμανούς) σε όλα. Είναι σκληρός
προς τον εαυτό του και αδιάφορος προς τους
συνανθρώπους του και τα ζώα». Πάρτον
στο γάμο σου, να σου ευχηθεί και του χρόνου!
Χαρακτηριστική περίπτωση αχαριστίας!
Αν η έρευνά
του ήταν αντικειμενική, θα είχε διαπιστώσει ότι
τέτοιες «καθαρές ελληνικές ρίζες» δεν υπήρχαν
μόνο στην Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας
ή στην Τσακωνία και στη Μάνη, αλλά και
στα ελληνικά νησιά, στη Θεσσαλία, στη Δυτική και
Ανατολική Μακεδονία, στη Θεσσαλονίκη και στη
Χαλκιδική, στο Αϊβαλί και στη Σμύρνη, στη
Γευγελή και στο Μοναστήρι ή στην Ανατολική
Ρωμυλία αλλά και σε άλλα μέρη που διατηρήθηκαν
ως κοιτίδες του ελληνικού πολιτισμού. Αν σ’ αυτά
τα μέρη είχε χαθεί η ελληνική πολιτιστική
συνείδηση, τότε που βρέθηκαν οι χιλιάδες Έλληνες
οι οποίοι, με τον Εμμανουήλ Παπά, τον Καρατάσσο,
το Γάτσο ή το Ζαχαράκη, επαναστάτησαν το 1821;
Στη Μακεδονία και στη Θράκη, όπως και σε άλλες
περιοχές της Ελλάδας, υπήρχαν διάφορες
εθνότητες. Πλειοψηφούσαν οι μουσουλμάνοι που
αποτελούνταν από Τούρκους αλλά και από χιλιάδες
εξισλαμισμένους Έλληνες, Σλάβους ή Αλβανούς.
Στην αριθμητική κατάταξη τους ακολουθούσαν οι
Έλληνες (κυρίως στις μεγάλες πόλεις) και έπονταν
οι Σλάβοι (κυρίως βοσκοί και αγρότες), οι
Εβραίοι κ. ά. Όμως, υπήρχαν εκτεταμένοι
ελληνικοί θύλακες και από χωριά στη Δυτική
Μακεδονία, στην περιοχή του Ολύμπου, στις
Σέρρες, στη Χαλκιδική και αλλού, οι οποίοι
αποτέλεσαν τα ορμητήρια του αγώνα στην
Επανάσταση του 1821. Χαρακτηριστικό παράδειγμα
είναι η Χαλκιδική. Ο Πολύγυρος, τα Βασιλικά, η
Γαλάτιστα, η Ιερισσός κλπ είχαν ερημώσει από τις
σφαγές των Τούρκων εναντίον των Ελλήνων. Όταν οι
πολεμιστές του Εμμανουήλ Παπά υποχώρησαν από τον
τελευταίο προμαχώνα της Κασσάνδρας και
γενικεύτηκε η φυγή του πληθυσμού προς τα νησιά
του Βορείου Αιγαίου, όλη η Χαλκιδική είχε
ερημώσει. Τα έσοδα των Τούρκων από τη φορολογία
και τα μεταλλεία είχαν εκμηδενιστεί. Αυτός ήταν
ο λόγος που ο Σουλτάνος έδωσε
χάρη (αμνηστία) όχι μόνο στα γυναικόπαιδα, αλλά
και στους πολεμιστές και στους καπεταναίους
τους, για να επιστρέψουν στα χωριά τους «και να
ζήσουν με ειρήνη και ασφάλεια».
Στην
περιοχή μεταξύ των Σερρών και της Δράμας
υπήρχε ένας μεγάλος ελληνικός θύλακας από
Έλληνες. Οι ξένοι ερευνητές και κυρίως οι Σέρβοι
και οι Ρώσοι τους ονομάζουν «Darnaci»
και επέδειξαν έντονο ενδιαφέρον να ερευνήσουν
(μετά τη θεωρία του Φαλμεράιερ) τις προγονικές
ρίζες των κατοίκων αυτών των χωριών, με την
ελπίδα να ανακαλύψουν «σλαβικές ρίζες». Σχεδόν
όλοι απογοητεύτηκαν και ομολόγησαν ότι, οι
Έλληνες αυτοί δεν είχαν καμιά επιμειξία με τα
σλαβικά φύλα στην πολυεθνική οθωμανική
αυτοκρατορία. Από τα πολλά αυτά χωριά, μόνον
πέντε, τα οποία οι Σερραίοι αποκαλούν
«Νταρνακοχώρια», διατήρησαν στα νεότερα χρόνια
το όνομα «Δαρνάκοι ή Δαρνάκες».
Η περιοχή
αυτή κατακτήθηκε από τους Τούρκους το 1383,
ακριβώς εβδομήντα χρόνια πριν από την πτώση της
Κωνσταντινούπολης. Η ύπαρξη ορισμένων από αυτά
τα χωριά χρονολογείται από τη βυζαντινή περίοδο
και αποδεικνύεται από στοιχεία τουρκικών
απογραφών στα μέσα του 15ου αιώνα,
πολύ κοντά στους χρόνους της κατάληψης της
Κωνσταντινούπολης από τον Μωάμεθ, ότι οι
κάτοικοι ήταν Έλληνες. Στα απογραφικά φύλλα με
στοιχεία αραβικής γραφής, δεν υπάρχει ούτε
Κόλιας, ούτε Μίτκο, ούτε Γκότσε, αλλά Νικόλαος,
Δημήτριος, Ιωάννης, Δημοσθένης κ.ά. Η προφορική
παράδοση ήταν καθοριστική για τη διατήρηση της
εθνικής συνείδησης και τη διαφύλαξη της γλώσσας.
Ο υποφαινόμενος κατάγεται από αυτή την περιοχή
και θυμάται τη μάνα του, με ελάχιστες
γραμματικές γνώσεις, να διηγείται στα μικρά
παιδιά της την ιστορία με το χρυσόμαλλο δέρας,
για τις γυναίκες της Σπάρτης που έλεγαν στους
άντρες τους να νικήσουν ή να πεθάνουν, αλλά και
να περιγράφει το ανθρωπόμορφο τέρας, τη «Λάμια»,
που την ταύτιζε με τη Λερναία Ύδρα της
μυθολογίας, να εξολοθρεύει τους εχθρούς του
ελληνισμού. Ήταν τότε, στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
και στη βουλγαρική κατοχή και έδινε στη Λάμια,
στη μορφή και στην άκρη των πλοκαμιών της, την
άγρια όψη των βουλγάρων κομιτατζήδων. Και
φανταζόταν τον Ηρακλή να κόβει με το σπαθί του
τα κεφάλια της Λάμιας για να σωθεί ο κόσμος από
το φοβερό θεριό. Με τέτοιες παραδόσεις και
θρύλους επέζησε στους αιώνες ο υποδουλωμένος και
απομονωμένος ελληνισμός της Μακεδονίας.
Ακόμα και
στην Πελοπόννησο, η οποία αποτέλεσε τον
πυρήνα της ανθελληνικής θεωρίας του Φαλμεράιερ,
οι σλαβικές επιδράσεις ήταν ασήμαντες και
ανήμπορες να εξαφανίσουν ολοκληρωτικά τους
αρχαίους Έλληνες. Νεότερες έρευνες γενετικής από
ελληνικές και διεθνείς επιστημονικές ομάδες,
έδειξαν ότι το DNA
των κατοίκων της
Πελοποννήσου έχει την μικρή σχέση με αυτό των
Σλάβων σε ποσοστά από 2 ως 14,4%.
Αυτά τα
μικρά ποσοστά επιβεβαιώνουν τις απόψεις του
μεγάλου γερμανού ιστορικού Γιόχαν Βίλχελμ
Τσινκάιζεν (Johann
Wilhelm Zinkeisen).
Σημαντικός πολέμιος της θεωρίας της ασυνέχειας
του ελληνισμού διατύπωσε, κυρίως, τις απόψεις
του στην ιστορία των οθωμανικών κρατών στην
Ευρώπη (Geschichte Des
Osmanischen Reiches in Europa)
και στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», στο
παράρτημα της οποίας υπάρχει ειδική μελέτη «περί
Σλάβων». Σε κάποιο σημείο γράφει ότι,
τα υπολείμματα του αρχαίου
λαού των Ελλήνων, πιεζόμενα από τις βαρβαρικές
επιδρομές των προηγούμενων αιώνων, κατέφυγαν στο
Νότο και απόκτησαν με ειρηνικές επαφές με τους
νέους μέτοικους (εννοεί τους Σλάβους και
Αλβανούς) φρέσκια δύναμη και εξουσία και
επιδίωξαν, με σπάνια αποφασιστικότητα, να
προστατεύσουν τον πολιτισμό τους με νέα
εσωτερική συνάφεια και μορφή. Φαίνεται ότι αυτόν
τον πολιτισμό τον προστάτευσαν αποτελεσματικά,
διότι στην Πελοπόννησο ορκίστηκε ο Έλληνας
(χωρίς καμιά αμφιβολία από το σύνολο των
ιστορικών) και τελευταίος αυτοκράτορας του
Βυζαντίου Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, που πίστευε
και τόνιζε ότι είναι απόγονος «του γένους» των
Αρχαίων Ελλήνων. Δεν ήταν «βυζαντινής
εθνικότητας» αλλά Έλληνας, με ελληνική συνείδηση
και φυλετική ταυτότητα.
Τι συνέβη
από το 1827 και ως το 1831/34 και ο Φαλμεράιερ
άλλαξε κάπως τις απόψεις του για να διατυπώσει
τη θεωρία της φυλετικής ασυνέχειας των Ελλήνων;
Η απάντηση ίσως κρύβεται πίσω από την αχαριστία
του προς αυτούς που τον ευεργέτησαν στα νιάτα
του, στον τυχοδιωκτικό χαρακτήρα της
επαγγελματικής του σταδιοδρομίας και στην
αινιγματική χρηματοδότηση του πολυδάπανου
ταξιδιού του για τέσσερα χρόνια, όταν αποφάσισε
να διατυπώσει τη θεωρία του για τη
μη φυλετική καθαρότητα των σημερινών Ελλήνων.
Αυτά όμως
θα τα πούμε στο τέταρτο και τελευταίο κείμενο
του άρθρου.
ΜΕΡΟΣ
Δ’
Στα
προηγούμενα κείμενα του άρθρου παραθέσαμε τα
κύρια σημεία της θεωρίας του Φαλμεράιερ και τα
συμπεράσματα έγκριτων επιστημόνων ιστορικών,
βιολόγων ή φιλολόγων, οι οποίοι επισήμαναν τα μη
τεκμηριωμένα στοιχεία για τη φυλετική ασυνέχεια
των Ελλήνων. Κάποιοι θα θεωρήσουν ότι το
αποτέλεσμα αυτό ήταν αναμενόμενο, διότι ένας
εμπειρικός ιστορικός και περιηγητής, δεν έχει
την ικανότητα ενός ειδικού επιστήμονα για
τέτοιου είδους ιστορικές και πολιτιστικές
έρευνες. Η άποψη αυτή είναι εσφαλμένη διότι ο
Φαλμεράιερ, αν και δεν είχε επιστημονικούς
τίτλους, ήταν ένα άτομο πολύπλευρης μόρφωσης και
εξαιρετικής ευφυΐας. Είχε όλα τα πνευματικά
εφόδια και τις γνώσεις για μια ολοκληρωμένη
περιηγητική ή δημοσιογραφική εργασία σε θέματα
ιστορίας και ανθρωπογεωγραφίας. Η επιλογή του
επισκόπου της Καθολικής Εκκλησίας Karl Franz και
η απόφασή του να χρηματοδοτήσει τη μόρφωση του
μικρού φτωχού βοσκού δεν ήταν
τυχαία. Είχε διαπιστώσει την οξύνοια, το μεγάλο
δείκτη «IQ»
αυτού του παιδιού και ήθελε να το εντάξει στην
ομάδα των διανοουμένων του καθολικισμού.
Ο
Φαλμεράιερ είχε συνεπώς την ικανότητα να γράψει
σημαντικά και αξιόλογα ιστορικό-γεωγραφικά έργα,
όπως το αποδεικνύουν τα βιβλία του, τα οποία
εντυπωσιάζουν τον αναγνώστη με το σχολαστικό
τρόπο έρευνας και τις αναμφισβήτητες γνώσεις του
συγγραφέα. Αλλά τότε γιατί διατύπωσε μια θεωρία
η οποία θα ήταν αδύνατον, για μακρύ χρονικό
διάστημα, να αντέξει στον αναμενόμενο
συστηματικό έλεγχο των ειδικών επιστημόνων, αφού
αμφισβητούσε την εγκυρότητα της επιστημονικής
τους κατάρτισης; Γνώριζε πολύ καλά ότι υπήρχαν
στη Γερμανία διάσημοι καθηγητές ιστορίας στα
γερμανικά πανεπιστήμια, οι οποίοι θα τον
«ξεπουπούλιαζαν» με τις γνώσεις τους και τον
έγκυρο επιστημονικό τους λόγο. Δεν σκέφτηκε ότι
οι ταξιδιωτικές εντυπώσεις ενός επαγγελματία
περιηγητή, δεν έχουν την πολύπλευρη γνώση και το
επιστημονικό κύρος για τέτοιας σοβαρότητας
θεωρίες;
Σ’ αυτά τα
ερωτήματα θα απαντήσουμε χωρίς επιστημονικό
ερευνητικό λόγο. Εμείς δεν είμαστε οι ειδικοί.
Αυτό είναι το επαγγελματικό καθήκον των
εξειδικευμένων επιστημόνων που έχουν και τις
ανάλογες θεωρητικές γνώσεις για την αντίκρουση
των ισχυρισμών του Φαλμεράιερ, στις οποίες
έχουμε ήδη αναφερθεί. Η προσπάθειά μας θα
επικεντρωθεί στη διερεύνηση της προσωπικότητάς
του και στους επιδιωκόμενους στόχους, αλλά και
στα αφανή πρόσωπα που απέβλεπαν στην επιτυχία
αυτών των στόχων χρησιμοποιώντας το μυαλό του.
Θα ανιχνεύσουμε τις φαινομενικά ασυνάρτητες
πολιτικές επιδιώξεις και ιδεολογίες του και την
ανάγκη του για χρήματα, ως απαραίτητο στοιχείο
επιβίωσης ενός πολυτεχνίτη, ο οποίος δεν μπόρεσε
να στεριώσει σε κανένα προσοδοφόρο επάγγελμα.
Ήταν ο αντιπροσωπευτικός τύπος του πληρωμένου
γραφιά, με το διαβολεμένο μυαλό και την
ικανότητα να πείθει. Έναν
τέτοιον πανέξυπνο άνθρωπο έψαχνε να βρει ο κόμης
και απόστρατος ρώσος στρατηγός Αλεξάντερ
Ιβάνοβιτς Όστερμαν-Τολστόι.
Έχουμε ήδη
αναφέρει ότι η πλατειά πολύπλευρη μόρφωση του
Φαλμεράιερ οφείλονταν στο ενδιαφέρον και στις
δαπάνες της γαλλικής καθολικής εκκλησίας. Αυτή
κάλυπτε και τις βιοποριστικές ανάγκες του αλλά
και φαίνεται πως, κατά καιρούς, τον βοήθησε να
προσληφθεί ως δάσκαλος σε δημοτικά σχολεία και
αργότερα ως καθηγητής σε γυμνάσιο. Η καθολική
εκκλησία είχε εκείνη την εποχή μεγάλη επιρροή
στο εκπαιδευτικό σύστημα της Γαλλίας και αν ο
Φαλμεράιερ δεν απομακρυνόταν με εξοργιστικά
άκομψο και αχάριστο τρόπο από την ομάδα των
Βενεδικτίνων μοναχών, είναι βέβαιο ότι σύντομα
θα αποκτούσε τον τίτλο του μόνιμου καθηγητή
πανεπιστημίου. Φαίνεται ότι οι ίδιοι καθολικοί
κύκλοι που επιθυμούσαν να μη διαρραγούν εντελώς
οι κοινωνικές σχέσεις μαζί του, αλλά και η
Βαυαρική Ακαδημία Επιστημών, χρηματοδότησαν το
ταξίδι του στην Τραπεζούντα το 1827, ώστε με μια
αξιόλογη ερευνητική εργασία να διευκολυνθεί η
είσοδός του στον κύκλο των πανεπιστημιακών
διανοουμένων της Γερμανίας.
Αυτός ο
στόχος σχεδόν επιτεύχθηκε, όταν διατύπωσε τη
θεωρία του και αναγορεύτηκε, το 1835, μέλος της
Ακαδημίας Επιστημών του Μονάχου. Έφτασε ως τους
προθαλάμους του ομώνυμου πανεπιστημίου για
να διδάξει ως δάσκαλος (ως ένα είδος λέκτορα)
μαθήματα φιλολογίας και παγκόσμιας ιστορίας.
Βρισκόταν ένα μόνο βήμα μακριά από τον τελικό
στόχο και όλοι τον θεωρούσαν τακτικό καθηγητή.
Και τότε αναποδογύρισε την καρδάρα και χύθηκε το
γάλα! Η παντελής διακοπή των σχέσεών του με την
καθολική εκκλησία και οι διακήρυξη
αντιμοναρχικών ιδεών που προκάλεσε τη
δυσαρέσκεια του καθεστώτος, τον ανάγκασαν να
ψάχνει για άλλη εργασία. Είχε εκλεγεί και
βουλευτής αλλά τελικά, για να εξασφαλίσει τα
μέσα επιβίωσης προσλήφθηκε, το
1835, ως δημοσιογράφος στην «Allgemeine
Zeitung». Επειδή η προηγηθείσα «φιλία
του» με τον Όστερμαν-Τολστόι τον κατέστησαν
ύποπτο στη βαυαρική αστυνομία ως μυστικό
συνεργάτη των Ρώσων, τα άρθρα του σ’ αυτή την
εφημερίδα του Αουγκσμπουργκ ήταν πύρινα κατά της
Ρωσίας και των κινδύνων από τα ρωσικά σχέδια στη
Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή. Συνέχισε
να παίζει τα ιδεολογικά του παιχνίδια αλλά λίγοι
πλέον τον πίστευαν. Ως το τέλος της ζωής του
είχε περιπέσει σε μια κατάσταση ανυποληψίας.
Μέχρι το
1830 ο Φαλμεράιερ παρίστανε τον προοδευτικό
επαναστάτη. Από εδώ και πέρα έκανε γνωστή την
ιδεολογική του μεταστροφή και ήταν υπέρ των
ιδεών του Μέτερνιχ και της Ιερής Συμμαχίας και
συνεπώς υπέρ της ακεραιότητας της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας. Αυτές βέβαια τις απόψεις είχε και
ο «φίλος» του, ο Όστερμαν-Τολστόι, ο οποίος
αποστρατεύτηκε από το ρωσικό στρατό το 1827,
όταν ο Φαλμεράιερ είχε εκδώσει το βιβλίο του για
την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας. Δυο χρόνια
πριν είχε πεθάνει ο τσάρος της Ρωσίας, ο
Αλέξανδρος Α’ Παύλοβιτς, μέλος κι’ αυτός της
Ιερής Συμμαχίας, ο οποίος με τη μεταστροφή του
στο θέμα της Ελληνικής Επανάστασης και την
αθέτηση των υποσχέσεών του προς τον Αλέξανδρο
Υψηλάντη, συνέβαλε στην καταστροφή στο
Δραγατσάνι και συναίνεσε στη συνέχιση της
πολιτικής του Μέτερνιχ για τη διατήρηση της
ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η ρωσική
πολιτική μεταστράφηκε γρήγορα και ξαφνικά, όταν
πέθανε ο τσάρος Αλέξανδρος και ανέβηκε στο θρόνο
ο Νικόλαος Α’. Ο νέος τσάρος ήταν προσωρινά (από
το 1825 και ως το 1932) υπέρ της διάλυσης της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και μετά υπήρξε
υπέρμαχος της διατήρησης των υπολειμμάτων της.
Αυτή η πολιτική στάση ήταν ενταγμένη μέσα στα
μακρόπνοα σχέδια της ρωσικής πολιτικής.
Ο νέος τσάρος διακήρυξε με έμφαση την
απόφασή του να προστατεύσει όλους τους
υπόδουλους ορθόδοξους λαούς των Βαλκανίων και η
πρώτη απόδειξη της νέας ρωσικής πολιτικής ήταν η
συμμετοχή του ρωσικού στόλου στη Ναυμαχία του
Ναβαρίνου, με αρχηγό του στόλου το ναύαρχο
Λόγκιν Πετρόβιτς Χέιντεν.
Η θρυαλλίδα
των ανταγωνισμών για τον έλεγχο των Στενών του
Βοσπόρου και την πολιτική επιρροή στο Αιγαίο και
στην Ανατολική Μεσόγειο, σήμανε το τέλος της
Ιερής Συμμαχίας και άρχισε ο αργός θάνατος της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο νέος τσάρος θυμήθηκε
τώρα τους παλιούς λογαριασμούς της Ρωσίας με την
Τουρκία. Οι στενές φιλικές σχέσεις του
Φαλμεράιερ εκείνη την περίοδο με τον
Όστερμαν-Τολσρόι, έκρυβαν ένα μυστικό που
προφανώς γνώριζε η ειδική υπηρεσία
αντικατασκοπίας της γερμανικής (βαυαρικής)
αστυνομίας. Το γεγονός ότι δεν επενέβη,
οφείλεται και στη σύμπτωση των γερμανικών με τα
ρωσικά συμφέροντα για τη διάλυση της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας, αλλά και στην ενίσχυση της
επιρροής της στην Ελλάδα με την επιδιωκόμενη
αναρρίχηση του βαυαρού πρίγκιπα Όθωνα στον
ελληνικό βασιλικό θρόνο.
Από πριν
είχαν ήδη αρχίσει οι ανταγωνισμοί που οδήγησαν
στη Ναυμαχία του Ναβαρίνου και στην αναγκαστική,
πλέον, επιστροφή του Ιμπραήμ στην Αίγυπτο με τα
υπολείμματα του στόλου και του στρατού του. Λίγα
χρόνια μετά, το 1831, ο Ιμπραήμ Πασάς, ως ηγέτης
της Αιγύπτου και με τις
«συμβουλές» του «καρδιακού φίλου» του
Φαλμεράιερ, διευκόλυνε τα ρωσικά σχέδια για τη
διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την
επιδιωκόμενη κυριαρχία της Ρωσίας στο Αιγαίο,
κηρύσσοντας τον πόλεμο κατά της Τουρκίας. Τον
επόμενο χρόνο (1832) κατατρόπωσε τους Τούρκους
στη Συρία και έφτασε ως το Ικόνιο, στην καρδιά
της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με σκοπό να δώσει
το τελειωτικό χτύπημα καταλαμβάνοντας την
Κωνσταντινούπολη. Εκεί τον σταμάτησε, «με
φιλικές συνεννοήσεις», ο Τσάρος Νικόλαος.
Με μια
εντυπωσιακή μεταστροφή της ρωσικής πολιτικής, ο
τσάρος άρχισε, όπως είπαμε, να υποστηρίζει την
«ακεραιότητα (των υπολειμμάτων) της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας. Ο κάποτε επαναστάτης και δήθεν
αντιμοναρχικός Φαλμεράιερ, μεταβλήθηκε ξαφνικά
σε φιλομοναρχικό, όταν αποφάσισε με το ρώσο
στρατηγό το τετράχρονο ταξίδι του για να
διατυπώσει τη θεωρία του. Τα πολιτικά και
διπλωματικά παιχνίδια που παίζονταν εκείνη την
εποχή από τις μεγάλες δυνάμεις ήταν ανεξήγητα,
ασυνάρτητα αλλά και επικίνδυνα. Ο τσάρος
Νικόλαος σταμάτησε την πανίσχυρη στρατιά του
Ιμπραήμ στο Ικόνιο, διότι την Κωνσταντινούπολη,
τα Στενά και τον έλεγχο του Αιγαίου τα ήθελε
δικά του. Ήταν ένα παλιό πολιτικό όραμα της
Ρωσίας, από την εποχή της Αικατερίνης Β’ της
Ρωσίας, της επονομαζόμενης Μεγάλης Αικατερίνης.
Στα σχέδια αυτά αντιτάχθηκε η Γερμανία του
Φραγκίσκου Β’, του αυτοκράτορα Γερμανίας και
Αυστρίας της Αγίας Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας. Πρόκειται για μια αντιπαράθεση
που συνεχίστηκε από τους τσάρους Νικόλαο
Α’ και Αλέξανδρο Β’ ως την εποχή του Βίσμαρκ,
για να φτάσει ως τις μέρες μας με την Άνγκελα
Μέρκελ και το Βλαδιμίρ Πούτιν. Η διάλυση της
Γιουγκοσλαβίας, το έντονο ενδιαφέρον της
Γερμανίας για τη λεγόμενη τώρα Βόρεια Μακεδονία,
η οποία θα διευκολύνει τα σχέδια πρόσβασης προς
το Αιγαίο με το «δρόμο του Αξιού» και η
ενδυνάμωση της Τουρκίας ως πιστού φύλακα των
Στενών του Βοσπόρου, αποτελούν πάγια στοιχεία
της γερμανικής πολιτικής από τα τέλη του 19ου
και τις αρχές του 20ου αιώνα, μέχρι
και σήμερα. Με τη Γερμανία είμαστε «εταίροι»
στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά ας μην παριστάνουμε
τους ανήξερους στο ερώτημα, ποιον σύμμαχο θα
επιλέξει η Γερμανία σε μια παγκόσμια σοβαρή
πολιτική κρίση. Άλλωστε αυτό φαίνεται ολοκάθαρα
και σήμερα, παρά τα εταιρικά φληναφήματα και τις
ανούσιες αερολογίες! Η
Γερμανία επιδιώκει, για τους λόγους που
εξηγήσαμε, μια ισχυρή Τουρκία.
Όταν ο
Φαλμεράιερ μαζί με τον Όστερμαν-Τολστόι επί 4
χρόνια, από το 1931 και ως το 1934, παρίσταναν
στην ηπειρωτική Ελλάδα και στα ελληνικά νησιά
τους αμέριμνους περιηγητές και ερευνητές για να
διατυπώσουν τη θεωρία της φυλετικής ασυνέχειας
των Ελλήνων, στην Ελλάδα βρίσκονταν σε εξέλιξη
συνταρακτικά γεγονότα. Δυο χρόνια πριν την άφιξη
των «δυο φίλων» και μετά το νικηφόρο για τη
Ρωσία ρωσοτουρκικο πόλεμο του 1828-29, ο
Σουλτάνος εξαναγκάστηκε από τον τσάρο, με τη
Συνθήκη της Αδριανούπολης του 1829, στην
αναγνώριση της ελληνικής εθνικής ανεξαρτησίας.
Ήταν η στιγμή που άρχισε η πραγματική πορεία
διάλυσης της πολυεθνικής Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας. Τα επόμενα κολοσσιαίας
σημασίας γεγονότα για την Ελλάδα ήταν, η
δολοφονία του Ι. Καποδίστρια το 1931, η
δημιουργία του ελληνικού κράτους με τη
Συνθήκη του Λονδίνου του 1832 και
η ανακήρυξη από τις μεγάλες δυνάμεις, το 1833,
του πρίγκιπα Όθωνα της Βαυαρίας ως «ελέω Θεού»
βασιλιά της Ελλάδας.
Ποιός όμως
πραγματικά ήταν ο Αλεξάντερ Ιβάνοβιτς
Όστερμαν-Τολστόι, ο κολλητός φίλος και
συνταξιδιώτης του Φαλμεράιερ; Αυτός ο Ρώσος
αριστοκράτης με τον τίτλο ευγένειας του Κόμη,
ήταν απόγονος της οικογένειας του γνωστού
συγγραφέα Λέοντα Τολστόι. Ήταν διακεκριμένο
μέλος του τσαρικού περιβάλλοντος και της ρωσικής
ελίτ. Η γυναίκα του καταγόταν επίσης από
αριστοκρατική γενιά και ήταν κι’ αυτή απόγονος
της ευρύτερης φαμίλιας των Τολστόι. Από νέος
ακόμα, ως συνταγματάρχης, υπηρέτησε στη στρατιά
του Μιχαήλ Κουτούζωφ, του γνωστού στρατηγού από
την Ιστορία και από το έργο του Λέοντα Τολστόι
«Πόλεμος και Ειρήνη», ο οποίος κατατρόπωσε το
Ναπολέοντα στην εκστρατεία του κατά της Ρωσίας.
Ο Όστερμαν-Τολστόι είχε διδαχθεί από το
στρατήγημα του διάσημου ρώσου στρατηγού
στη μάχη της Μόσχας, ότι το μεγαλύτερο προσόν
ενός στρατιωτικού είναι η ικανότητά του να
περιμένει με υπομονή τον κατάλληλο χρόνο και να
μην ενεργεί ποτέ σε περίπτωση αμφιβολίας. Με
αριστοκρατικές περγαμηνές και με επιτελικές
θέσεις στο ρωσικό στρατό, αυτός ο «απόστρατος
στρατηγός» ήταν, στα 57 του χρόνια, ο ιδανικός
άνθρωπος για να γίνει αποδεκτός στα σαλόνια της
ευρωπαϊκής ελίτ και να φτάσει ως τα αιγυπτιακά
παλάτια για να προωθήσει τα ρωσικά σχέδια και
συμφέροντα. Το 1831, όταν ο Ιμπραήμ Πασάς κήρυξε
τον πόλεμο εναντίον της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας, ο Όστερμαν-Τολστόι ήταν ο
στρατιωτικός και πολιτικός του σύμβουλος.
Έτσι,
εύκολα εξηγείται η πολυδάπανη χρηματοδότηση από
ρωσικά κυρίως κονδύλια αυτού του τετραετούς
δήθεν ταξιδιού περιήγησης του Φαλμεράιερ. Αυτός
έγραφε και δίπλα του ο Όστερμαν-Τολστόι
υπαγόρευε και πλήρωνε. Όμως, γιατί οι Ρώσοι
κάλυπταν τις μεγάλες δαπάνες για μια επιζήμια
για τον ελληνισμό θεωρία, ενώ πριν από λίγα
χρόνια έστειλαν το ναύαρχο Χέιντεν στο Ναβαρίνο
και αργότερα ανάγκασαν το Σουλτάνο να
αναγνωρίσει την Ανεξαρτησία της Ελλάδας;
Τα
αποτελέσματα της θεωρίας του Φαλμεράιερ φάνηκαν
γρήγορα. Η αναζωπύρωση του φανατικού εθνικισμού
στα σλαβικά βαλκανικά κράτη και κυρίως της
Βουλγαρίας, είχε με επιτυχία επιτευχθεί με
θετικές εξελίξεις και από τον διάδοχο του τσάρου
Νικόλαου, τον Αλέξανδρο Β’, ως τη Συνθήκη του
Αγίου Στεφάνου του 1878. Η Μεγάλη Βουλγαρία είχε
δημιουργηθεί για λίγο με την αναμενόμενη και
εξασφαλισμένη πλέον κυριαρχία της Ρωσίας στο
Αιγαίο. Μετά τις έντονες αντιδράσεις των άλλων
μεγάλων δυνάμεων και για την αποφυγή πολεμικών
συγκρούσεων, πραγματοποιήθηκε η σύναψη, τον ίδιο
χρόνο, της Συνθήκης του Βερολίνου, με πρόεδρο
του συνεδρίου τον Όττο φον
Βίσμαρκ. Με αυτή ακυρώθηκε η πριν από λίγους
μήνες «πρόχειρη και βεβιασμένη», όπως είπαν,
Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Ήταν μια τυχαία αλλά
σωτήρια εξέλιξη για την Ελλάδα.
Ο
Φαλμεράιερ και η σλαβική προπαγάνδα για την μη
ύπαρξη «Ελλήνων στην Ελλάδα, μέχρι και την
Πελοπόννησο», διευκόλυναν τη μεταστροφή της
ευρωπαϊκής κοινής γνώμης εναντίον των
Νεοελλήνων, αλλά και τα ρωσικά σχέδια για κάθοδο
στο Αιγαίο με την ισχυροποίηση των σλαβικών
κρατών των Βαλκανίων, ιδίως της Βουλγαρίας. Αφού
και οι Πελοποννήσιοι, οι νοτιότεροι κάτοικοι της
χερσαίας Ελλάδας ήταν, κατά τη θεωρία του
Φαλμεράιερ, Σλάβοι, πως θα ήταν δυνατόν οι
Μακεδόνες και οι Θράκες να είναι Έλληνες; Αυτή η
προπαγανδιστική τακτική λειτούργησε θαυμάσια για
τα μακρόπνοα ρωσικά σχέδια ως το 1878, με τη
σύναψη της ρωσοτουρκικής Συνθήκης του Αγίου
Στεφάνου και την ίδρυση της Μεγάλης Βουλγαρίας,
τα σύνορα της οποίας έφθαναν ως την Κορυτσά της
Βορείου Ηπείρου. Όμως, στη Γερμανία υπήρχε ένας
Βίσμαρκ, ο οποίος ως πρωθυπουργός της Πρωσίας
είχε επιτύχει, πριν από εφτά χρόνια (1871) την
ένωση των γερμανικών κρατών Ο διάδοχος του
Τσάρου Νικόλαου, ο Αλέξανδρος Β’, γνώριζε τι θα
πάθαινε αν όρθωνε το ανάστημά του σε μια
πανίσχυρη Γερμανία. Τα ρωσικά σχέδια για κάθοδο
στο Αιγαίο και τον έλεγχο των
Στενών ανατράπηκαν μέσα στον ίδιο χρόνο.
Θεωρώ ότι
προβάλλω μια νέα εκδοχή των κινήτρων διατύπωσης
της θεωρίας του Φαλμεράιερ. Στα πολλά ελληνικά
και δυτικοευρωπαϊκά σχετικά κείμενα που έχω
ερευνήσει, δεν υπάρχει κάποια απορία για την επί
τέσσερα χρόνια «παράξενη και ανεξήγητη αδερφική
φιλία» ανάμεσα στο Φαλμεράιερ και στον
Όστερμαν-Τολστόι. Αυτή η χρονική περίοδος των
τεσσάρων χρόνων, είναι κρίσιμη για τη συναγωγή
συμπερασμάτων ως προς τα κίνητρα που κρύβονταν
πίσω από μια φαινομενικά επιστημονική θεωρία.
Αλλά και ούτε διερευνήθηκαν οι τρόποι
χρηματοδότησης και οι σχέσεις συμβούλου του
απόστρατου ρώσου στρατηγού, με τον γνωστό
καταστροφέα της επαναστατημένης Ελλάδας Ιμπραήμ
Πασά, ο οποίος συνέβαλε αποφασιστικά, το 1831
και το 1832, στην επιτυχία των ρωσικών
σχεδιασμών. Αν ενδεχομένως είμαι ο πρώτος
ερευνητής που αναζητά, με αυτή τη διαδικασία,
την αλήθεια που κρύβεται πίσω από σκοτεινά τα
κίνητρα της θεωρίας του Φαλμεράιερ, τότε ίσως
ανακύψουν πολλές απορίες από πολλούς. Απορίες
αλλά και παρόρμηση για έρευνα! Άλλοι ερευνητές
ίσως βρουν περισσότερα και καλύτερα τεκμηριωμένα
στοιχεία γ’ αυτές τις σκοτεινές σχέσεις. Τότε,
ενδεχομένως, αυτό το άρθρο να είναι η αιτία
αποκάλυψης των βαθύτερων προθέσεων ενός
φιλόδοξου, τυχοδιώκτη και φιλοχρήματου
Φαλμεράιερ, για την απόφασή του να ασχοληθεί με
τη συσχέτιση της φυλετικής συγγένειας των
σημερινών Ελλήνων με τους Αρχαίους Έλληνες.
Δυστυχώς, με τα ίδια κίνητρα ίσως να
ενεργούν και ορισμένοι ή η πλειονότητα των
διανοουμένων ελλήνων εθνομηδενιστών, οι οποίοι,
μετά τη μεταπολίτευση και τους
προστάτες/συμβούλους της παγκοσμιοποίησης αλά
«Όστερμαν-Τολστόι», προφανώς κόλλησαν την ανίατη
και εθνοφθόρα ασθένεια «της λέπρας του
Φαλμεραϊερισμού».
Τελειώνοντας, ας επιστρέψουμε στην αρχή του
άρθρου και στον τίτλο του. Σε πολλούς Έλληνες
τίθεται από ξένους το ερώτημα αν πραγματικά
πιστεύουν ότι είναι απόγονοι των Αρχαίων
Ελλήνων. Οι απόδημοι Έλληνες ίσως
αντιμετωπίζουν συχνότερα αυτό το πρόβλημα
και θα προσπαθούν, όπως όλοι οι απλοί έλληνες
πολίτες, να απαντήσουν με τα ατράνταχτα
επιχειρήματα των ειδικών επιστημόνων, τα οποία
περιληπτικά παραθέσαμε στα προηγούμενα κείμενα.
Αυτή η τακτική είναι λάθος όταν την εφαρμόζουν
άτομα που δεν γνωρίζουν με λεπτομέρεια τα
ιστορικά γεγονότα. Η επιστημονική ορολογία και
επιχειρηματολογία είναι αποτελεσματική, μόνον
όταν πραγματοποιείται από ειδικούς επιστήμονες.
Εμείς οι απλοί πολίτες, μπορούμε να απαντούμε σ’
αυτό το ερώτημα των ξένων πολύ απλά και
κατανοητά. Ο Οδυσσέας Ελύτης ο οποίος γνώριζε
Ιστορία, την ημέρα που του απονεμήθηκε το
βραβείο Νόμπελ, δήλωσε απλά στο ξένο ακροατήριο
που τον άκουγε αλλά δεν γνώριζε την ελληνική
ιστορία:
«Μου
εδόθηκε, αγαπητοί φίλοι, να γράφω σε μια γλώσσα
που μιλιέται μόνον από μερικά εκατομμύρια
ανθρώπων. Παρ' όλ' αυτά, μια γλώσσα που
μιλιέται επί δυόμιση χιλιάδες χρόνια χωρίς
διακοπή και μ' ελάχιστες διαφορές».
Ο άλλος
νομπελίστας, ο Γιώργος Σεφέρης, κατά την τελετή
παραλαβής του βραβείου στη σουηδική Ακαδημία,
εκτός από τις γενικότερες αναφορές του στον
ελληνικό πολιτισμό, δήλωσε:
«Η
ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται.
Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί
ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα».
Δεν θυμάμαι
που το διάβασα, αλλά νομίζω (χωρίς να είμαι
απόλυτα βέβαιος) πως το παρακάτω γεγονός το
διηγήθηκε, σε συνέντευξή του, ο Γ. Σεφέρης.
Όταν του υποβλήθηκε από ξένο το
προαναφερόμενο ερώτημα, απάντησε περίπου ως
εξής, υπολογίζοντας τη χρονική διάρκεια της
ελληνικής γλώσσας από τη Μινωική Εποχή, πριν από
τον Τρωικό Πόλεμο, στους
λεγόμενους «Σκοτεινούς
Χρόνους» (Dark Ages)
της Ιστορίας:
«Η
μάνα που με γέννησε μιλούσε μια γλώσσα που μιλώ
κι’ εγώ, αλλά και εξακολουθεί να μιλιέται από
τους Έλληνες εδώ και 4000 χρόνια».
Με λίγα λόγια τα είπε όλα!
Το
ηλεκτρονικό «πείραμα» που πραγματοποίησα και
εξήγησα εν ολίγοις στο Β’ Μέρος αυτού του
άρθρου, χωρίς άλλα τεκμηριωμένα αλλά δύσκολα
επιστημονικά επιχειρήματα, δείχνει την
αποτελεσματικότητα της απάντησης του Σεφέρη.
Ο ελληνισμός και η ελληνική γλώσσα έχουν
από την αρχαιότητα και μέχρι σήμερα μιαν
αδιάλειπτη συνέχεια.
|