\\               ΤΙΜΕ ΙΝ ΑΤΗΕΝS            
 





GREEKS 
IN AUSTRALIA

Explore the Map above





 


 

Η ΘΥΣΙΑ

Όπως λένε, το νόμισμα έχει δυο πλευρές και καλό θα είναι να βλέπουμε τα πράγματα και από τις δυο πλευρές, από τις δύο όψεις του νομίσματος.

  ***************

 Μια μικρή αληθινή ιστορία που έτυχε να διαβάσω κάποτε, που στην οποία έγραφε κάτι που μου έκανε να σκεφτώ δυο φορές. Αυτό που διάβασα λοιπόν σε εκείνη την ιστορία, ήταν ότι σ’ ένα εστιατόριο κάποιας πόλης, οι πιο πολλοί πελάτες που σύχναζαν σ’ εκείνο το εστιατόριο, ήταν ηλικιωμένοι άνθρωποι και αφού πήγαιναν εκεί πολύ συχνά γνωριζόταν και μεταξύ τους. Ο παλιός σερβιτόρος λόγο ηλικίας, βγήκε σε σύνταξη και έφυγε από το εστιατόριο, στη θέση του όμως το αφεντικό του εστιατορίου προσέλαβε, καινούργιο σερβιτόρο, τον Σπύρο. Νέο παιδί ο Σπύρος και με όρεξη για δουλειά, από την πρώτη ημέρα το αφεντικό του είπε, Σπύρο παιδί μου, να προσέχεις τους πελάτες μας, είναι όλοι σχεδόν ηλικιωμένοι και μόνιμοι πελάτες, είναι ταχτικοί εδώ και ο καθένας έχει την παραξενιά και τα γούστα του, ο παλιός ήξερε το τι θέλει ο καθένας από αυτούς, ήξερε τα γούστα τους και τις παραξενιές στους, ο παλιός σερβιτόρος έφυγε λόγο ηλικίας και θα τον αποζητήσουν - Θα μάθω και εγώ, το τι θέλει ο καθένας, είπε ο Σπύρος, θα μάθω κι εγώ..!!

Μερικοί από τους πελάτες, δυσφόρησαν βλέποντας τον καινούργιο σερβιτόρο, αλλά ο Σπύρος τους περιποιήθηκε με χαμόγελο, ευγένεια και σβελτάδα κι έτσι αλλάξαν γνώμη και τον συμπάθησαν, ο Σπύρος ήταν πολύ χαρούμενος που τα κατάφερε τόσο καλά.

Μια ημέρα όμως, ήρθε ένας ηλικιωμένος κύριος, πελάτης του μαγαζιού και αυτός, μερικοί από τους πελάτες που τον γνώριζαν, τον χαιρέτισαν με σεβασμό, τους χαιρέτισε και εκείνος και μετά πήγε και κάθισε σε ένα γωνιακό τραπεζάκι. Ο Σπύρος πήγε κοντά του να τον περιποιηθεί, καλημέρα σας κύριε τι θα πάρετε; Και του έδωσε τον κατάλογο του μαγαζιού, δεν χρειάζομαι κατάλογο, του είπε ο ηλικιωμένος κύριος και ρώτησε τον Σπύρο, είσαι καινούργιος; Ναι του απάντησε ο Σπύρος, ο παλιός σερβιτόρος, πήρε σύναξη και έφυγε, μάλιστα είπε ο ηλικιωμένος κύριος, κάπως μελαγχολικά και με βλέμμα δύστροπο  και θελημένο, προσθέτοντας επίσης, δεν χρειάζομαι κατάλογο, διότι ξέρω τι θα φάω, ο προηγούμενος σερβιτόρος ήξερε τι τρώω, θα μάθω και εγώ κύριε, του είπε ευγενικά ο Σπύρος. Ο ηλικιωμένος κούνησε το ασπρόμαλλο κεφάλι του λέγοντας κάπως νευρικά, θα μάθεις! Θα μάθεις! Όλοι θέλουμε να μάθουμε και να φορτωνόμαστε με γνώσεις.

Από ένα άλλο τραπέζι, φώναξαν στο Σπύρο να πάει και ζήτησε συγγνώμη από τον ηλικιωμένο, ο οποίος του είπε πήγαινε εκεί που σε φωνάζουν, θα ξαναέρθω γρήγορα είπε ο Σπύρος και πήγε στο άλλο τραπέζι και όταν τέλειωσε με την παραγγελία που του είχαν δώσει, έτρεξε και πάλι στο τραπέζι του ηλικιωμένου, αλλά τον είδε που είχε σηκωθεί να φύγει, έφταιξα σε κάτι; Τον ρώτησε ο Σπύρος, -Ναι! Του είπε ο ηλικιωμένος, κοιτάζοντάς τον στα μάτια, με στεναχώρησε η προθυμία που έδειξες για να μάθεις, δεν καταλαβαίνω του είπε ο Σπύρος, δεν καταλαβαίνεις διότι δεν έχεις την κακιά πείρα που έχω εγώ από την μάθηση για να το καταλάβεις, πως σε λένε παιδί μου; Σπύρο! Του απάντησε ο Σπύρος, φαίνεσαι έξυπνο παιδί, μπορεί και να τα ξαναπούμε είπε ο γέροντας φεύγοντας χωρίς να πάρει τίποτα, για σου Σπύρο! Δεν φεύγω εξαιτίας σου, αλλά δεν θα φάω σήμερα. Ο Καημένος ο Σπύρος παραξενεύτηκε, δεν καταλάβαινε τίποτα.

Το βράδυ το αφεντικό του μαγαζιού, ρώτησε τον Σπύρο, πως τα πήγε και αν του φάνηκαν παράξενοι οι ηλικιωμένοι πελάτες, - Όχι, καλοί είναι και αν τους πας με τα νερά τους, τους κερδίζεις, εκτός από έναν,  

ένας μόνο μου φάνηκε παράξενος είπε ο Σπύρος, Αρίστο νομίζω ότι τον λένε, διότι άκουσα κάποιον που του φώναξε με το όνομά του. Α! Ο Αρίστος μας, είπε το αφεντικό, ο σοφός γέρος μας, λίγο παράξενος μα έχει χρυσή καρδιά. Σοφός; Ρώτησε ο Σπύρος, ναι! Είπε το αφεντικό, πολύ σοφός, να τον περιποιείσαι ιδιαίτερα, αυτός είναι διάνοια, είναι πολύ διαβασμένος άνθρωπος, είναι συγγραφέας, έχει γράψει πολλά βιβλία, έχει πάρει θέση σε διάφορα υπουργεία, πολλοί τον σέβονται και ζητούν τη γνώμη του, να το προσέχεις το γεροντάκι μας, δεν τρώει πολύ, μόνο λίγα χορταράκια με λίγο λεμονάκι και κανένα γιαουρτάκι, που και που.

Την επόμενη ημέρα ήρθε ξανά το γεροντάκι, εκείνη την ώρα δεν είχε άλλους πελάτες στο μαγαζί και έτσι ο Σπύρος έτρεξε να περιποιηθεί τον γέροντα Αρίστο, που κάθισε στο ίδιο τραπεζάκι που κάθισε την προηγουμένη ημέρα. Καλώς ήρθατε! Είπε ο Σπύρος, καθώς του ετοίμαζε την καρέκλα του να καθίσει, ευχαριστώ Σπύρο! Είπε το γεροντάκι και κάθισε, τώρα ξέρω τι τρώτε είπε ο Σπύρος και ο γέροντας κατσούφιασε μόλις άκουσε ότι έμαθε ο Σπύρος, δεν είναι κακό κύριε Αρίστο, μου το είπε το αφεντικό, καλό μου παιδί, συγχώραμε που αγριεύω όταν ακούω για μάθηση και για γνώση, έχω προηγούμενα και με τα δυο. Δηλαδή τι προηγούμενα έχετε δεν καταλαβαίνω ρώτησε ο Σπύρος, που πραγματικά δεν καταλάβαινε τι εννοούσε το γεροντάκι. Παιδί μου Σπύρο, έμαθα και εγώ πολλά είπε ο γέροντας, το ξέρω είπε ο Σπύρος, μου το είπε και αυτό το αφεντικό, το πόσο μορφωμένος και σοφώς είσαστε, έτσι σου είπε το αφεντικό; Ρώτησε ο Αρίστος, - Ναι έτσι μου είπε, κακό είναι; - Δεν είναι κακό παιδί μου, αλλά έπρεπε να πει και κάτι άλλο, -Τι δηλαδή; Δυστυχισμένο, - Μα γιατί; Ρώτησε ο Σπύρος, - Διότι παιδί μου για να γίνω σοφώς, θυσίασα πολλά και για αυτό είμαι τώρα δυστυχισμένος, αυτή είναι η δυστυχία μου, - Μα γίνατε σπουδαίος, - Ναι έγινα, έγραψα πολλά βιβλία, έλαβα σπουδαίες θέσεις, όλοι μου σέβονται, ζητούν τη γνώμη μου, για όλα αυτά όμως, δεν έζησα, κατάστρεψα τη ζωή μου, την θυσίασα παιδί μου Σπύρο, θυσίασα τα πάντα ακόμα και τον έρωτα, όταν ήμουν νέος έπεσα με τα μούτρα στο διάβασμα, είχα χαθεί μέσα στα βιβλία και στη μάθηση, αυτό μόνο με ενδιέφερε, να μάθω, να μάθω, αλλά στο μεταξύ έφυγε η ζωή μου, έχασα το τραίνο, Σπύρο παιδί μου και ούτε που το κατάλαβα,

τώρα που έχω και χρήματα, δόξα, σεβασμό, δεν μπορώ να τα χαρώ, ούτε να φάω δεν μπορώ, μόνο με λίγα χορταράκια τη βγάζω, πιλάφι και κανένα

γιαουρτάκι, έρχονται νέα όμορφα κορίτσια σαν τα κρύα τα νερά να με συγχαρούν και να μου εκφράσουν τον θαυμασμό τους, αλλά τώρα τι να τις κάνω, έφυγε το τραίνο, δεν έκανα ούτε οικογένεια, κανέναν δεν έχω, κατάλαβες Σπύρο, αυτή είναι η δυστυχία μου.

                        **************

Διαβάζοντας αυτή την ιστορία, μπήκα σε σκέψεις, πραγματικά σκέφτηκα, η ζωή φεύγει τόσο γρήγορα και εμείς βυθισμένοι σε αυτά που θέλουμε να φτιάξουμε, ούτε που το καταλαβαίνουμε.

Το βράδυ γύρισε ο σύζυγος μου από την δουλειά του, άργησες του είπα, πολύ δουλεύεις, φεύγεις πρωί – πρωί και γυρνάς το βράδυ και εγώ με τα γράψιματά μου και με την αγωνία να τελειώσω τα βιβλία που άρχισα, βυθισμένη και εγώ στη δουλειά μου, ούτε καταλαβαίνω ποτέ φεύγουν οι μέρες, ηλιόλουστες ημέρες, όμορφες ημέρες και τις χάνουμε, φεύγουν οι μέρες της ζωής μας, το κατάλαβες; Πήγα κάθισα κοντά του και του διηγήθηκα όλη την ιστορία με το γεροντάκι τον Αρίστο, μου άκουσε προσεχτικά, τον είδα πολύ σκεφτικό, αλλά δεν είπε τίποτα.

 Το επόμενο πρωί έφυγε πολύ πρωί για την δουλειά του, είναι ηλεκτρολόγος και μου είπε ότι έπρεπε να φύγει πολύ πρωί διότι, τον ειδοποιήσανε κάποιοι ότι δεν είχανε ρεύμα και έπρεπε να πάει όσο πιο γρήγορα μπορούσε και έτσι έφυγε από τα χαράματα. Αφού τελείωσα κι εγώ τις δουλειές του σπιτιού που είχα να κάνω, κάθισα στο γραφείο μου και βυθίστηκα και εγώ στη δουλειά μου, με τα γραφτά μου στον υπολογιστή, ως που έπεσε ο ήλιος και άρχισε να βραδιάζει. Είχε σκοτεινιάσει για τα καλά όταν ήρθε ο σύζυγός μου από την δουλειά, άργησες του είπα, ναι μου είπε, ήταν πολύ δύσκολη δουλειά, και έπρεπε να γίνει διότι οι άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να δουλέψουν, ήταν σε μαγαζί, άσε που θα τους χαλούσαν και τα πράγματα στα ψυγεία, εσύ πως πέρασες; Ρώτησε ο σύζυγός μου, – Πως να περάσω, μετά από τις δουλειές του σπιτιού, αφοσιώθηκα και εγώ στα γραφτά μου, κι έτσι περνούν οι μέρες μας, περνούν οι μήνες, περνούν τα χρόνια και καληνύχτα μας… - Μάλιστα, είπε ο σύζυγός μου, ξέρεις σκέφτηκα την ιστορία που μου είπες με το σοφό γεροντάκι και είδα τα πράγματα και από την άλλη πλευρά του νομίσματος, ο κάθε άνθρωπος κάνει τις θυσίες του σ’ αυτή την κοινωνία, αν δεν υπήρχαν άνθρωποι σαν και αυτό το γεροντάκι, να κάνουν τη θυσία τους, δεν θα είχαμε ούτε βιβλία, το φαντάζεσαι; Έναν κόσμο χωρίς βιβλία και χωρίς σοφούς ανθρώπους; Πάντα η κάθε προσφορά στην κοινωνία, κρύβει και κάποια θυσία και αυτός ο άνθρωπος, το γεροντάκι, ίσως και πάλι να μην ήταν ευτυχισμένος, πάλι δυστυχισμένος θα ήταν, αν δεν έκανε αυτά που έκανε και να αποκτήσει τόσες γνώσεις, διότι δεν θα έκανε το όνειρό του να μάθει, θα το είχε αποθαμένο αν δεν θα είχε αποκτήσει όλη αυτή την πείρα, δεν θα είχε προσφέρει και στην κοινωνία όλη αυτή τη γνώση.

Σαν να έχεις δίκαιο είπα εγώ, ίσως δεν πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα μονόπλευρα..!!

Δεν το σκέφτηκα έτσι, πράγματι τα λόγια του, μ’ έκαναν να σκεφτώ ξανά και να δω τα πράγματα και από την άλλη πλευρά, από την άλλη όψη του νομίσματος

Είναι και το άλλο όμως, έτσι νομίζω εγώ τουλάχιστον.

(Παν Μέτρον Άριστον..!!)

Να είμαστε καλά όλοι και καλές επιλογές…!!

 

Ανδριάνα Καραμήτρου  

 

       

 


 

 

 

 

 

 


 
 

 

 

  


 



 
 

 

 

 

 


  

Disclaimer
While every effort has been made by ANAGNOSTIS to ensure that the information on this website is up to date and accurate, ANAGNOSTIS  does not give any guarantees, undertakings or warranties in relation to the accuracy completeness and up to date status of the above information.
ANAGNOSTIS will not be liable for any loss or damage suffered by any person arising out of the reliance of any information on this Website

.Disclaimer for content on linked sites
ANAGNOSTIS accepts no responsibility or liability for the content available at the sites linked from this Website.
Το περιοδικό δεν ευθύνεται για το περιεχόμενο άρθρων των συνεργατών.

Anagnostis  P.O.Box 25 Forest Hill 3131 Victoria Australia
 mail@anagnostis.au