Νυχτερινό
επεισόδιο
Πόπη
Αναστασιάδη - Μαλλιάνου
Η Δάφνη έκλεισε το διαδίκτυο και κοίταξε
κουρασμένα την οθόνη, που είχε πάρει ένα
γαλαζοπράσινο χρώμα και μετά έκλεισε. Τα μάτια
της έτσουζαν και είχε ένα ελαφρό κεφαλόπονο.
Αποφάσισε να κάνει ένα αρωματικό λουτρό με
λεβάντα, πριν πέσει να κοιμηθεί.
Το χλιαρό
νερό της χαλάρωσε τα τεντωμένα νεύρα
της και ο κεφαλόπονος άρχισε να
υποχωρεί. Βγήκε από το μπάνιο και μπήκε στο
υπνοδωμάτιο, πήγε κοντά στο παράθυρο, για να
κλείσει τις κουρτίνες, όταν είδε τη γυναίκα που
γλιστρούσε σιγά σιγά στον τοίχο, κρατώντας τον
δεξί της βραχίονα με το αριστερό της χέρι. Το
αίμα έτρεχε και σχημάτιζε μαυριδερές κηλίδες
πάνω στο πλακόστρωτο της μεγάλης αυλής που
βρισκότανε εμπρός στην είσοδο της πολυκατοικίας
όπου έμενε η Δάφνη.
Η γυναίκα
σήκωσε το κεφάλι της ψηλά, σαν να ήθελε να
φωνάξει, αλλά κανένας ήχος δεν βγήκε από το
στόμα της. Ακουγότανε μόνο ο θόρυβος των
αυτοκινήτων που περνούσαν από την κεντρική
λεωφόρο. Η Δάφνη στεκότανε στη σκοτεινιά του
υπνοδωματίου, σαν να είχε
παγώσει και της ήταν αδύνατο, να
κινηθεί. Η γυναίκα παραπάτησε και ήρθε λίγο πιο
κοντά. Η Δάφνη τότε είδε ότι ήταν νέα, ψηλή και
λεπτή με μακριά ξανθά μαλλιά που έφθαναν μέχρι
τη μέση της. Ήταν αδύνατο να πει κανείς αν ήταν
όμορφη η άσχημη, ο τρόμος είχε παραμορφώσει τα
χαρακτηριστικά της και το στόμα της ήταν ανοιχτό
σε μια άφωνη κραυγή. Φορούσε άσπρα πέδιλα με
ψηλά τακούνια άλλα είχε χάσει το ένα πέδιλο και
κούτσαινε.
Ο άντρας φάνηκε
στη γωνιά του κτιρίου και μπήκε
τρέχοντας μέσα στην αυλή. Το μαχαίρι
που κρατούσε ήταν πελώριο ή τουλάχιστον έτσι το
είδε η Δάφνη μέσα στον παγωμένο τρόμο της. Η
γυναίκα τον είδε και προσπάθησε να τρέξει, άλλα
αυτός μ 'ένα μεγάλο πήδημα την έφτασε και την
άρπαξε απ’
τα μαλλιά. Ακριβώς τότε η γυναίκα άρχισε να
φωνάζει. Ο ήχος σκαρφάλωσε από την αυλή προς τα
πάνω πατώματα και μη
βρίσκοντας δρόμο να φύγει έμεινε σκαλωμένος
εμπρός στο παράθυρο της Δάφνης..
Η γυναίκα
προσπάθησε να τον χτυπήσει με τους αγκώνες της
αλλά εκείνος τη στριφογύριζε, κρατώντας την
πάντα από τα μαλλιά. Κατάφερε να του ξεφύγει και
η Δάφνη είδε ότι κρατούσε στη χούφτα του μια
ποσότητα από τα μαλλιά της που είχαν ξεριζωθεί.
Η γυναίκα προσπάθησε να τρέξει κατά την άλλη
κατεύθυνση αυτή τη φόρα , αλλά αυτός την έφθασε
και τη χτύπησε με το μαχαίρι μερικές φορές κάτω
από το στήθος.
Το αίμα
ανάβλυσε ορμητικό και έβαψε το άσπρο φόρεμα.
Προσπάθησε
να
τρέξει αλλά
δεν τα κατάφερε, έπεσε ανάμεσα στα
παρτέρια με τα λουλούδια.
Η Δάφνη είδε
το μαχαίρι ν ‘αστράφτει μέσα στη νύχτα όπως
ανεβοκατέβαινε πάνω στην πεσμένη γυναίκα.. Οι
κραυγές της αντηχούσαν παράφωνα μέσα στη νύχτα.
Φώτα
άναψαν σε μερικά σκοτεινά παράθυρα και μερικοί
άνθρωποι παρουσιάσθηκαν σαν σκιές. Μετά, τα φώτα
σβύσανε αμέσως, αλλά οι άνθρωποι έμειναν εκεί
στα σκοτεινά παρακολουθώντας το φοβερό θέαμα. Κι
'άλλα φώτα άναψαν σ' άλλα κτίρια από απέναντι
αλλά κι
'αυτά σβύσανε αμέσως. Η Δάφνη προσπάθησε να
φωνάξει, αλλά κανένας ήχος δεν βγήκε από το
παγωμένο λαρύγκι της. Ο άντρας ούρλιαζε τώρα σαν
ένα απόκοσμο ον και το μαχαίρι εξακολουθούσε ν'
ανεβοκατεβαίνει ρυθμικά.
Η Δάφνη
στεκότανε στη σκοτεινιά, έτρεμε ολόκληρη και τα
δάκρια έτρεχαν ποτάμι απ' τα μάτια της .Κοίταξε
γύρω και είδε ότι κι οι άλλοι στεκότανε ακόμη
πίσω από τα σκοτεινά τους παράθυρα, κοιτάζοντας
κάτω, σαν να παρακολουθούσαν κάποια
τρομακτική παράσταση. Τότε η Δάφνη διαπίστωσε
ξαφνικά, ότι ήταν μια από τους αμέτρητους
μάρτυρες που είχαν παρακολουθήσει τη φοβερή
σκηνή και όπως όλοι οι άλλοι δεν είχε κάνει
απολύτως τίποτα για να σταματήσει τη σφαγή.
Η αυλή
εμπρός στην είσοδο της πολυκατοικίας ήταν
φωτισμένη
από πολλές στρογγυ λές λάμπες που έδιναν ένα
κιτρινωπό φως, το οποίο γινότανε εντονότερο κάτω
από το
φως του φεγγαριού. Στο γύρω, υπήρχαν πολλά ψηλά
δέντρα. Η σκιά τους, κρατούσε
όλη τη
γύρω περιοχή σκοτεινή και μόνο τα κίτρινα φώτα
γύρω στην είσοδο, φώτιζαν το φοβερό θέαμα,
κάνοντας το να μοιάζει σαν μια απόκοσμη
κι' εφιάλτικη σκηνή όπου παιζότανε μια
φοβερή τραγωδία. Με θεατές, όλους
αυτούς που
την παρακολουθούσαν πίσω
από τα κλειστά τους παράθυρα, μέσα στην όμορφη
καλοκαιρινή νύχτα.
Τότε η
Δάφνη, σκέφθηκε με τρόμο ότι
και η ίδια της, με όλους τους άλλους
ενοίκους της
περιοχής, παρακολουθούσε μια ανθρωποθυσία σε
κάποιο άγνωστο θεό.
Το θεό της
ασφάλτου ίσως. Η το θεό της Νέας Τάξης, η το θεό
της Μετατροπής. Ένα βάρβαρο και τρομακτικό θεό,
που για να υπάρξει χρειαζότανε αίμα. Πολύ αίμα.
Από την
κεντρική λεωφόρο άρχισαν ν' ακούγονται οι
σειρήνες των αυτοκινήτων της αστυνομίας. Κάποιος
πρέπει να είχε τηλεφωνήσει επιτέλους αν και τώρα
ήταν πολύ αργά πια, οι κραυγές της γυναίκας
είχαν σβύσει σιγά σιγά. Η Δάφνη έκανε μια κίνηση
για να βγει από το δωμάτιο της, να κατέβει τις
σκάλες και να
τρέξει στην είσοδο.
Ίσως
μπορούσε να κάνει κάτι, ίσως δεν ήταν πολύ αργά.
Μετά όμως σκέφθηκε ότι δεν είχε την πολυτέλεια
να χάνει χρόνο. Ήταν ήδη περασμένα μεσάνυχτα.
Έπρεπε να ξυπνήσει πολύ νωρίς για να πάει στη
δουλειά της, όπου την περίμενε μια φοβερά
δύσκολη μέρα. Έκλεισε τις κουρτίνες του
παράθυρου της και πήγε να κοιμηθεί.
Έξω, η
νύχτα ήταν κατακάθαρη και ζεστή. Δεν έκανε πολύ
ζέστη, ήταν μια τέλεια θερμοκρασία και είχε
πανσέληνο.
Πόπη Αναστασιάδη - Μαλλιάνου
|