\\               ΤΙΜΕ ΙΝ ΑΤΗΕΝS            
 







GREEKS 
IN AUSTRALIA

Explore the Map above





 


 

 
Πατήστε το βέλος για να ακούσετε   " ΣΤΗ ΒΑΡΚΑ ΤΩΝ ΑΝΑΜΝΗΣΕΩΝ "
                                                ΑΓΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΙΩΝΙΑ

                                                Λούλα Σπυρίδωνος – Παπαζώη 

                                                                        Διηγήμα

Το καράβι, αγκυροβόλησε στο πανέμορφο νησί της Σάμου. Άρχισε, η αποβίβαση. Η κυρία Ελεονώρα, άρπαξε τη μικρή βαλιτσούλα της, πέρασε την τσάντα της στον ώμο και σέρνοντας τα βήματά της, με κόπο έφτασε στην αποβάθρα, ανάμεσα στους τόσους συνταξιδιώτες της. Ήσαν, περασμένα μεσάνυχτα. Σε δυο ώρες, θα έπαιρνε το άλλο καράβι της γραμμής, για να περάσει στην απέναντι στεριά. Ένα ρίγος, περιέλουσε το κορμί της. Ω, Θεέ μου! Αναστέναξε!.. Πότε; Γιατί, αργεί τόσο; Πότε, επιτέλους, θα έρθει να με πάρει;.. Μάταια, περίμενε. Οι ώρες, περνούσαν. Το καράβι, δεν φαινόταν. Τελικά, ακούστηκε από τα μεγάφωνα, ότι είχε αναβάλει το δρομολόγιο και πως θα ξεκινούσε, το πρωί. Δεν ήθελε να πάει, στο ξενοδοχείο. Η αγωνία την έτρωγε και η συγκίνησή της, ακόμη μεγαλύτερη. Να μπορούσε, αν ήξερε κολύμπι, θα πήγαινε κολυμπώντας. Δεν ήταν δα και τόσο μεγάλη, η απόσταση…! Προχώρησε λίγο πιο πέρα, ζαλίστηκε από την αγωνία της, αλλά και τη λαχτάρα της, να βρεθεί όσο πιο γρήγορα γινόταν, εκεί. Αχ! Θεέ μου! Γιατί αυτή η αναβολή του δρομολογίου; Αναρωτήθηκε… κάθισε να συνέρθει… Ξαφνικά, ακούστηκαν τα κοκόρια από την απέναντι στεριά. Σε λίγο, σηκώθηκε, πάλι. Δεν ήθελε να φύγει από εκείνη τη θέση, που στεκόταν. Άρχισε να αχνοφέγγει και η κ. Ελεονώρα, εκεί. Στήλη άλατος. Ακίνητη και με τη ματιά, στην απέναντι στεριά… Σε λίγο, έφεξε για καλά… Τώρα πια, μπορούσε να διακρίνει πολύ καλά, πέρα από τη θάλασσα… Ω! Και να το θαύμα! Τι έβλεπε! Μια πανέμορφη κοιλάδα. Που τη στόλιζαν, διάφορες πόλεις. Να, το Κουσάντασι, τα Βουρλά, το Αϊντίνι, το Αϊβαλί. Πιο βορειοανατολικά, η Φωκαία, το πανέμορφο Μπουρνόβα. Λίγο πιο κάτω, τα Σώκια, ο Γέροντας και τόσα άλλα, χωριουδάκια. Καταμεσής της πλουσιοπάροχης αυτής κοιλάδας, η αρχοντοκόρη της Ιωνίας. Η πόλη των γραμμάτων και του πολιτισμού. Η σμαραγδένια Σμύρνη. Η χιλιοτραγουδισμένη πατρίδα του πατέρα της.

Αλλά και η μαρτυρική Σμύρνη! κοντά, στη Σμύρνη ξεχώρισε τα Σώκια. Ω! Τί έβλεπε, Θεέ μου! Κόσμος πολύς. Βγαίνανε από το χωριό. Άλλοι, με τα βοϊδοκάρα τους, άλλοι με τα αλογοκάρα τους, φορτωμένα με κοφίνια. Κάποιοι άλλοι, πεζοί. Να, ανάμεσα τους, ξεχώρισε κάποια μεσόκοπη γυναίκα, που κρατούσε στα χέρια της, μία στάμνα. Όλοι, χαρούμενοι ξένοιαστοι και κεφάτοι, ξεκινούσαν για τις δουλειές τους… Α! Ξαφνικά, κάτι θυμήθηκε. Ναι, τώρα, είναι η εποχή της φυτείας του καπνού… σκέφτηκε… Εκεί κοντά, στα καθάρια νερά της γαλανής θάλασσας, ένα αρχοντικό διώροφο, σπίτι. Περιτριγυρισμένο, με πελώριες μουριές. Κι από την ανοιχτή του πόρτα, να βγαίνει μια γεροδεμένη αρχοντογυναίκα, με ένα λευκό, πεντακάθαρο τσεμπέρι, ριγμένο στο κεφάλι. Και πάνω, ένα χάλκινο ταψί, που το κρατούσε με τα δυο της χέρια. Σκεπασμένο με ένα φρεσκοπλυμένο τραπεζομάντηλο. Προσφορά, για τους κουρασμένους… Διέκρινε καλά, πως το περιεχόμενο του ταψιού, ακόμη άχνιζε. Σίγουρα, μόλις είχε βγει, από τον φούρνο, η ζεστή πίτα. « Οι εργαζόμενοι πρέπει να φάνε καλά, για να μπορούν να εργαστούν» σκέφτηκε η κυρά Θοδώρα… και,, πρωί-πρωί, την ετοίμασε με το ολόπαχο τυρί, που φτιάχνανε από τα γιδοπρόβατά τους... Μα, πού πάει όλος αυτός ο κόσμος; Σκέφτηκε…! Αλήθεια, πώς το ξέχασε; Τώρα, είναι ο καιρός της φυτείας και όλοι πάνε στα χωράφια. Τα κοφίνια, γεμάτα με φυτό. Αξίνες, φυτευτήρια, ποτιστήρια, όλα σε δράση… Να, μόλις ξεχώρισε και κάποιον έφηβο, νεαρό, γύρω στα δεκάξι. Πάνω στο αλογόκαρο, κρατούσε τα χαλινάρια των αλόγων. Δίπλα, ο κυρ Δημήτρης, ο πατέρας του, καμάρωνε τον λεβεντογιό. Το αλογόκαρο, φορτωμένο κοφίνια, με φυτό καπνού... Πιο πίσω, να και ο μπάρμπα Μισερλής, ο καλός γείτονας της κυρά Θοδώρας… Ήταν πολύ καλός, άνθρωπος, ο μπάρμπα Μισερλής. Χωρατατζής. Πόσες φορές, δεν είχε ακούσει από τον πατέρα της, για τον μπάρμπα Μισερλή! Με τις καλοσύνες του και τα ατελείωτα αστεία του. Φρόντιζε το νοικοκυριό του, αγαπούσε την οικογένειά του! Ήταν αγαπητός σε όλους τους γείτονες αλλά και στους χωριανούς… Ένα ελάττωμα, είχε μόνο, ο μπάρμπα Μισερλής.

Αν πρέπει να το πεις ελάττωμα, ή συνήθεια. Κάθε πρωί που θα ξυπνούσε, άνοιγε το κοτέτσι του και έπιανε μία - μία της κοτούλες του, να δει ποιες έχουν αβγό και ποιες δεν έχουν. Τις ήξερε όλες, με το όνομά τους.. Ο μπάρμπα Μισερλής, όμως, είχε και έναν γιο. Τον υπεραγαπούσε, τον λάτρευε. Τη γυναίκα του, την είχε συνοδέψει με πόνο και σπαραγμό, για το τελευταίο της ταξίδι, στην χώρα των Αγγέλων. Μείνανε, μόνοι και έρημοι. Γι’ αυτό, ο μπάρμπα Μισερλής, δεν έβλεπε τη μέρα και την ώρα, πότε να μεγαλώσει ο γιος του, για να τον παντρέψει. Έπρεπε να μπει γυναίκα στο σπίτι και στο νοικοκυριό τους… Να, λοιπόν, που ήρθε εκείνη η ευλογημένη ημέρα και παντρεύτηκε ο Αλέξης, με την πανέμορφη, ευγενική και καλοσυνάτη Μαριγώ, λίγες εβδομάδες πριν αρχίσει η φυτεία του καπνού… Ο πατέρας, έλεγε, πως όταν άρχιζε το φύτεμα του καπνού, οι χωριανοί στήνανε τις σκηνές τους στα χωράφια, ωσότου τελειώσει η φυτεία. Παίρνανε κοντά τους και τα κατοικίδια τους: γάτες, σκυλιά, κότες πετεινάρια κλ. Μαζί τους και μία κατσίκα, όσοι είχαν, για να την αρμέγουν, να έχουν το φρέσκο γάλα της ημέρας. Όπως και ο μπάρμπα Μισερλής, έπαιρνε κοντά του και το μικρό του ελάττωμα. Ήθελε να αβγολογάει τις κοτούλες του κάθε μέρα, για να ξέρει ποιες έχουν αβγό και ποιες όχι… Ξυπνούσε λοιπόν, από τα άγρια χαράματα και ήθελε να σηκωθεί και η νύφη του, για να αρχίσουν το φύτεμα του καπνού, με τη δροσιά. Τα κοφίνια, ήσαν γεμάτα φυτό έπρεπε να αδειάσουν… (άλλοι καιροί τότε.) Σήμερα, όλα έχουν αλλάξει… Έλα, όμως, που ήθελε να την ξυπνήσει με ωραίο και ευγενικό τρόπο… Έφερνε, λοιπόν, από τα χαράματα, βόλτα γύρω από τη σκηνή που κοιμόντουσαν οι νιόπαντροι, ο Αλέξης και η Μαριγώ και άρχιζε… όσο μπορούσε πιο μελωδικά… λες και έκανε καντάδα… -Ξύπνα, νύφη Μαριγώ. Σήκω να δεις, τι δροσιά που έχει… ξύπνα, να ακούσεις τα πουλάκια, πώς κελαηδούνε…

Ε, βρε - βρε τι χαρά Θεού που είναι!.. Τι δροσιά! Σήκω νύφη Μαριγώ, η κολοβή η κότα έχει αυγό… ξύπνα Μαριγώ, η μπιρμπίλω θα το ξενοκάνει… η γυμνολαίμα γέννησε κιόλας… και ένας λαμπρός ήλιος λαμπροστόλησε την καινούργια ημέρα… σήκω νύφη Μαριγώ… να χαρείς την ομορφιά της καινούργιας ημέρας!.. Ο ήλιος, πήρε να κατεβαίνει… Η κυρά Ελεονώρα, ακόμη στην ίδια θέση… Αγκυροβολημένη, στον κάβο… Δωρική κολόνα. Να αγναντεύει, στην απέναντι στεριά… Ξαφνικά, ντουμάνια, φωτιές. Φιδίσιες φλόγες, περικύκλωσαν τα πάντα. Κραυγές, φόβου και τρόμου. Οι αιματοβαμμένες χαντζάρες του εχθρού, θερίζανε ανελέητα. Θρήνος και οδυρμός. Κόσμος, μικροί και μεγάλοι, να τρέχουν με ένα μποξά στον ώμο. Με κουρελιασμένες ελπίδες και φρύγανα, τα όνειρά τους… Αχ! Μαύρη προσφυγιά… Στάχτη και κάρβουνο, κατάντησε η αρχοντοκόρη της Ιωνίας… -Αλήθεια, πώς το άντεξες το φρικτό μαρτύριό σου, καλή μου αρχόντισσα λατρεμένη, Σμύρνη. -Μα, εσείς κυρία μου, τί στέκεστε εδώ τόσες ώρες; Πιο καράβι της γραμμής, περιμένετε; Την ρώτησε, κάποιος ναύτης… Αχ! είπε με έναν βαρύ αναστεναγμό, η κ. Ελεονώρα… -Και, γυρίζοντας προς τον ναύτη, με πικραμένα χείλη και θολή ματιά, Είπε: -Εγώ, παιδάκι μου, πήγα κιόλας και γύρισα!..


Πρώτο βραβείο από Ε.Ε.Λ.



© Copyright 2022 Loula Spiridonos – Papazois
 


 

 

  Λούλα Σπυρίδωνος – Παπαζώη 

 

Έργα της ίδιας

« Ροδοπέταλα» ποιητική συλλογή 1997. Μελβούρνη. «Συμμετοχή στην ποιητική συλλογή Ανθολογία ποιητικές Ώρες» Του Γ. Κατσαρά και Γ. Λιάσκου εκδόσεις ΕλληνοΑυστραλιανού Αρχείου, RMIT University, Melbourne 1998. «Κυκλάμινο του Νότου» Ποίηση 2000 Υδροχόος Μελβούρνη. «Ανθολογία Σονέτου» Ελλήνων ποιητών Αυστραλίας του Γιάννη Λιάσκου βιβλίο πρώτο-δεύτερο-τρίτο. «Χελιδονοφωλιά» ποιήματα 2003 Ναυτίλος. «Κοράλλια Ωκεανίας» Υδροχόος «Εγκυκλοπαίδεια Χ. Πάτση 18ος Τόμος» «Ανθολογία Ελληνο-Αυστραλοί Λογοτέχνες της Μελβούρνης» 2008 του Κώστα Αθανασίου. «Διαχρονικά Ανάλεκτα» διηγήματα 2009. Υδροχόος «Λυρικά Σονέτα» ποιήματα 2011 Ναυτίλος

 

 

 


 
 

 

 

  

 

 



 
 

 

 

 

 

 

 


 

 

Disclaimer
While every effort has been made by ANAGNOSTIS to ensure that the information on this website is up to date and accurate, ANAGNOSTIS  does not give any guarantees, undertakings or warranties in relation to the accuracy completeness and up to date status of the above information.
ANAGNOSTIS will not be liable for any loss or damage suffered by any person arising out of the reliance of any information on this Website

.Disclaimer for content on linked sites
ANAGNOSTIS accepts no responsibility or liability for the content available at the sites linked from this Website.
Το περιοδικό δεν ευθύνεται για το περιεχόμενο άρθρων των συνεργατών.

Anagnostis  P.O.Box 25 Forest Hill 3131 Victoria Australia
 enquiry@anagnostis.info